3.8.16

Πολύ υψηλός κίνδυνος πυρκαγιάς αύριο σε Αργολίδα και Κορινθία


Σύμφωνα με το Χάρτη Πρόβλεψης Κινδύνου Πυρκαγιάς που εκδίδει η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας του Υπουργείου Εσωτερικών & Διοικητικής Ανασυγκρότησης (www.civilprotection.gr), για αύριο Πέμπτη 4 Αυγούστου 2016, προβλέπεται πολύ υψηλός κίνδυνος πυρκαγιάς (κατηγορία κινδύνου 4) για τις εξής περιοχές:

-Αττική
-Κορινθία
-Αργολίδα
-Κυκλάδες
-Λέσβο
-Χίο

Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας (www.civilprotection.gr) του Υπουργείου Εσωτερικών & Διοικητικής Ανασυγκρότησης έχει ενημερώσει τις αρμόδιες υπηρεσιακά εμπλεκόμενες κρατικές υπηρεσίες, καθώς και τις Περιφέρειες και τους Δήμους των ανωτέρω περιοχών, ώστε να βρίσκονται σε αυξημένη ετοιμότητα πολιτικής προστασίας προκειμένου να αντιμετωπίσουν άμεσα τυχόν επεισόδια πυρκαγιών.

Παράλληλα, η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας συνιστά στους πολίτες να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και να αποφεύγουν ενέργειες στην ύπαιθρο που μπορούν να προκαλέσουν πυρκαγιά από αμέλεια, όπως η ρίψη αναμμένων τσιγάρων, το κάψιμο ξερών χόρτων και κλαδιών ή υπολειμμάτων καθαρισμού, η χρήση μηχανημάτων που προκαλούν σπινθήρες όπως δισκοπρίονα, συσκευές συγκόλλησης, η χρήση υπαίθριων ψησταριών κ.α. Επίσης, υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια της αντιπυρικής περιόδου απαγορεύεται η καύση των αγρών.

Σε περίπτωση που αντιληφθούν πυρκαγιά, οι πολίτες παρακαλούνται να ειδοποιήσουν αμέσως την Πυροσβεστική Υπηρεσία στον αριθμό κλήσης 199.

Για περισσότερες πληροφορίες και οδηγίες αυτοπροστασίας από τους κινδύνους των δασικών πυρκαγιών, οι πολίτες μπορούν να επισκεφθούν την ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.civilprotection.gr.

Ο «Αρχαίος Έλληνας Ήρωας» του Harvard


Σας ενημερώνουμε ότι ξεκίνησαν οι εγγραφές για τον νέο κύκλο του προγράμματος «Ο Αρχαίος Έλληνας Ήρωας» (“The Ancient Greek Hero” ή “HeroesX”), ενός πρωτοποριακού προγράμματος, προσιτού σε όλους, του HarvardX, δηλαδή της ειδικής πλατφόρμας Μαζικών Ανοικτών Διαδικτυακών Μαθημάτων (“Massively Open Online Courses”) του Πανεπιστημίου. Ο κύκλος αυτός στοχεύει στην εισαγωγή των συμμετεχόντων στην κλασική λογοτεχνία και ιδιαίτερα στους ήρωες της αρχαίας Ελλάδος. Το πρόγραμμα διευθύνει ο Gregory Nagy, καθηγητής Κλασικών Σπουδών και Συγκριτικής Λογοτεχνίας στο Harvard και Διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου.

Βασιζόμενο σε ένα από τα παλαιότερα προσφερόμενα μαθήματα του Harvard, το HeroesX προσκαλεί τους ενδιαφερόμενους να γνωρίσουν, σε αγγλική μετάφραση, μερικά από τα λαμπρότερα έργα της αρχαιοελληνικής γραμματείας, όπως η Ιλιάδα και Οδύσσεια, οι τραγωδίες του Αισχύλου, Σοφοκλή και Ευριπίδη, η ποίηση της Σαπφούς και του Πινδάρου, οι διάλογοι του Πλάτωνος και ο Ηρωϊκός του Φιλόστρατου.

Καθ’όλη τη διάρκεια του προγράμματος ο καθηγητής Nagy και το Συμβούλιο Αναγνωστών, υπό την προεδρία του καθηγητή Leonard Muellner, θα προτείνουν τεχνικές ανάγνωσης των αρχαίων κειμένων οι οποίες θα λαμβάνουν υπ’όψη τα σύγχρονα με αυτά συμφραζόμενα (αποκλείοντας έτσι την τάση να ερμηνεύονται τα κείμενα μέσα από αλλότρια οπτική). Τα πρότυπα ανάγνωσης θα παραβάλλουν και ποικίλους πολιτισμούς, λαϊκούς και λόγιους, νεότερους και αρχαίους. Σε τελευταία ανάλυση, ακόμη και συμμετέχοντες με μικρή εμπειρία του γνωστικού αυτού αντικειμένου θα μπορέσουν να αντιληφθούν ότι η κλασική λογοτεχνία συνιστά ένα εξαίσιο σύστημα επικοινωνίας το οποίο αποκαλύπτει, μέσα από το πρίσμα των Ελλήνων Ηρώων της αρχαιότητος, τι σημαίνει το να είσαι άνθρωπος σήμερα. 

Το πρόγραμμα ξεκινάει στις 15 Αυγούστου. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να εγγραφούν οποτεδήποτε, είτε νωρίτερα, είτε αργότερα από αυτήν την ημερομηνία. Οι εγγραφές είναι προσιτές σε όλους μέσω της πλατφόρμας edX. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να μελετήσουν το περιεχόμενο και να συμμετάσχουν σε όλες τις δραστηριότητες του προγράμματος δωρεάν. Επίσης δύνανται, μέσω άλλης διαδικασίας εγγραφής, να αποκτήσουν πιστοποιητικό παρακολούθησης.


Το πρόγραμμα «ο Αρχαίος Έλληνας Ήρωας»

Το διαδικτυακό εκπαιδευτικό πρόγραμμα HeroesX αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου ερευνητικού εγχειρήματος το οποίο εστιάζει στον ρόλο των ηρώων στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Μέσω του HeroesX, ο καθηγητής Nagy μοιράζεται την πιο πρόσφατη έρευνά του σχετικά με τον Αρχαίο Έλληνα Ήρωα, θέμα που ερευνά και διδάσκει επί τέσσερις και πλέον δεκαετίες. Από την έναρξη του HeroesX, τον Μάρτιο του 2013, καταγράφονται περισσότερες από 90.000 εγγραφές στο πρόγραμμα από περισσότερες από 170 χώρες. Όσοι ολοκλήρωσαν τον κύκλο τα προηγούμενα έτη υπογραμμίζουν την καταλυτική εμπειρία  που προσέφεραν η μελέτη του περιεχομένου, η συμμετοχή στην κοινότητα του HeroesX και  η «ενδελεχής ανάγνωση των κειμένων». Οι συμμετέχοντες στο HeroesX είναι επίσης ευπρόσδεκτοι να εγγραφούν και στο Hour 25, ένα συμπληρωματικό, αυτοκαθοριζόμενο, ελεύθερο πρόγραμμα της κοινότητας, το οποίο προσφέρει το Κέντρο Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Harvard.


Ηλίας Βενέζης


• Γεννήθηκε στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας στις 4 Μαρτίου 1904. 
• Ο πατέρας του, Μιχαήλ Μέλλος, καταγόταν από την Κεφαλλονιά και η μητέρα του από τη Λέσβο. 
• Βενέζης λεγόταν ο παππούς του Δημήτριος από την πλευρά του πατέρα του. 

• Το 1922 η οικογένειά του εγκατέλειψε οριστικά πλέον τη Μικρά Ασία, ο ίδιος όμως δεν πρόλαβε να επιβιβαστεί στο πλοίο. Αιχμαλωτίστηκε και εστάλη στα εργατικά τάγματα για 14 μήνες. Οι εμπειρίες του από τα εργατικά τάγματα περιέχονται στο πρώτο μυθιστόρημά του "Το νούμερο 31328". 
• Το 1923 απελευθερώθηκε και επέστρεψε στη Μυτιλήνη. 

• Στη Μυτιλήνη εργαζόταν στην Τράπεζα της Ελλάδος και το 1932 πήρε μετάθεση και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Διώχθηκε για τις πολιτικές του ιδέες από τον νόμο του "Ιδιωνύμου", από τη δικτατορία του Μεταξά. 
• Κατά τη διάρκεια της Κατοχής συνελήφθη με την κατηγορία ότι σε συγκέντρωση του προσωπικού της Τράπεζας είχε μιλήσει για ελευθερία. Φυλακίστηκε στο "Μπλοκ C" των φυλακών Αβέρωφ. 

• Μετά τον πόλεμο διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στην πνευματική ζωή της χώρας με επίσημες θέσεις όπως του Διευθύνοντος συμβούλου του Εθνικού Θεάτρου, Αντιπροέδρου του διοικητικού συμβουλίου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. 

• Τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του (1971-1973) υπέφερε από σοβαρό πρόβλημα υγείας. Πέθανε στις 3 Αυγούστου 1973 στην Αθήνα, από καρκίνο του λάρυγγα. Κηδεύτηκε και τάφηκε στη Μήθυμνα (Μόλυβο) της Λέσβου. 

• Ένα από τα βιβλία που έγραψε είναι η "Αιολική Γη". 


ΠΗΓΗ: slideplayer.gr

wheeling2help vol 2 : Γιορτή εθελοντισμού, αθλητισμού και ευαισθητοποίησης στο Ναύπλιο


Ο Σύλλογος Ατόμων με Αναπηρία Ν. Αργολίδας σε συνεργασία με την εθελοντική ομάδα Wheeling2help Ναυπλίου διοργανώνει συνάντηση για την παρουσίαση της δράσης wheeling2help vol 2 που θα πραγματοποιηθεί σήμερα Τετάρτη 3 Αυγούστου και ώρα 20.00 στον πολυχώρο Φουγάρο, Ασκληπιού 98.

Το προαναφερόμενο κάλεσμα απευθύνεται σε αθλητικούς συλλόγους/σωματεία, εθελοντικές οργανώσεις, άτυπες ομάδες, μεμονωμένους εθελοντές, ΜΚΟ, συλλόγους, οικονομικούς χορηγούς κλπ.

Σκοπός είναι η ανταλλαγή απόψεων και η γνωριμία όλων όσων θέλουν να συμμετέχουν σε μια γιορτή εθελοντισμού, αθλητισμού και ευαισθητοποίησης που θα πραγματοποιηθεί σε 20 πόλεις μεταξύ των οποίων έχει επιλεγεί και το Ναύπλιο.


Τι είναι το «wheeling2help vol 2»

Η δράση ξεκίνησε το 2015 με το wheeling2help, όπου ο Ελπιδοφόρος Χρυσοβέργης και η Δώρα Μπίτση μαζί με μία μικρή ομάδα εθελοντών ξεκίνησαν ποδηλατώντας από το Λονδίνο μέχρι την Αθήνα διασχίζοντας 2,500 χλμ σε 35 ημέρες και περνώντας από 8 χώρες. Ο σκοπός τους, ο οποίος και επιτεύχθηκε, ήταν να μαζέψουν χρήματα για τα παιδιά της «Φλόγας». Το ταξίδι τους συνεχίζεται με το wheeling2help vol 2 με στόχο αυτή τη φορά να συγκεντρωθεί το ποσό το 19.000 ευρώ για την αγορά 100 αναπηρικών αμαξιδίων, εκ των οποίων πέντε θα λάβει η κάθε πόλη σταθμός, προκειμένου να παραχωρηθούν σε άτομα με κινητικά προβλήματα. Θα ξεκινήσουν ποδηλατώντας στις 7 Σεπτεμβρίου από την Κωνσταντινούπολη και θα καταλήξουν στις 9 Οκτωβρίου στην Κρήτη. Σταθμοί τους θα είναι 20 πόλεις μεταξύ των οποίων και η δική μας όπου θα πραγματοποιηθούν γιορτές εθελοντισμού, αθλητισμού και ευαισθητοποίησης όχι μόνο για τη συγκέντρωση του ποσού των 19.000 ευρώ αλλά και για να ενημερωθούν και να ευαισθητοποιηθούν οι πολίτες για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητα τους τα άτομα με αναπηρία.


Δράσεις με τις οποίες μπορούν να συμμετέχουν οι ενδιαφερόμενοι:

- Δραστηριότητες σχετικές με αναπηρία: Μπορεί να γίνει βιωματική παρουσίαση των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία (κινητική, ακοής, όρασης κλπ), παρουσίαση καλλιτεχνικών και αθλητικών προγραμμάτων από άτομα με αναπηρία κλπ.

- Δημιουργική απασχόληση για παιδιά και ενήλικες με ζωγραφική, κατασκευές, γυμναστική, ζωντανή μουσική από διάφορα συγκροτήματα της πόλης κλπ.

- Αθλητικές δράσεις: Σύλλογοι /σωματεία μπορούν να φέρουν τον εξοπλισμό τους έτσι ώστε ο κόσμος να μπορεί να δοκιμάσει το άθλημα, κυρίως τα παιδιά. Ενδεικτικά αναφέρονται mini tennis, volley, 3 on 3 basket, jiu jitsu, Zumba, πινγκ πονγκ, προγράμματα γυμναστικής από γυμναστήριο, κλπ.

- Δράσεις σχετικές με την Υγεία: Μπορούν να υπάρξουν κινητές μονάδες αιμοδοσίας, ομάδες που να μπορούν να εγγράψουν εθελοντές δότες μυελού των οστών, ομάδες που να παρουσιάζουν τις πρώτες βοήθειες και ό,τι άλλο μπορεί να προταθεί από τους ενδιαφερόμενους.

- Δράσεις σχετικές με την τέχνη: Μπορούν να παρουσιαστούν εικαστικά προγράμματα, μικρό θεατρικό, μπορούν να λάβουν μέρος καλλιτέχνες του δρόμου και οτιδήποτε άλλο αξιόλογο έχουμε να προσφέρουμε σαν πόλη.

- Δράσεις σχετικές με το περιβάλλον: Μπορούν πραγματοποιηθούν προγράμματα οικολογικού περιεχομένου όπως παιχνίδια με ανακυκλώσιμα υλικά, χειροτεχνίες/κατασκευές από ανακυκλώσιμα υλικά κλπ.

Το wheeling2help vol 2 θα είναι μια μεγάλη γιορτή εθελοντισμού και αθλητισμού με απώτερο σκοπό την αφύπνιση και ευαισθητοποίηση των νέων σε κοινωνικά θέματα, που θα πραγματοποιηθεί στο Ναύπλιο την Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου.

Σαν σήμερα το 1975 «έφυγε» ο ποιητής, πεζογράφος και ψυχαναλυτής Ανδρέας Εμπειρίκος


Ο Ανδρέας Εμπειρίκος (2 Σεπτεμβρίου 1901 - 3 Αυγούστου 1975) ήταν Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, φωτογράφος και ψυχαναλυτής.

Γεννημένος στη Μπράιλα της Ρουμανίας, εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα το 1902 και αργότερα παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας και αγγλικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο King's College του Λονδίνου. 

Την περίοδο 1926-1931 έζησε στο Παρίσι, όπου συνδέθηκε με τον κύκλο των υπερρεαλιστών και ασχολήθηκε ενεργά με την ψυχανάλυση, κοντά στον ιδρυτή της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας του Παρισιού, Ρενέ Λαφόργκ. 

Το 1931 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα, πραγματοποιώντας την πρώτη εμφάνισή του στα ελληνικά γράμματα το 1935.

Ως λογοτέχνης ανήκει στη Γενιά του '30 και αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ελληνικού υπερρεαλισμού. Ο Εμπειρίκος υπήρξε εισηγητής του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα, πιστός στο κίνημα όσο κανένας άλλος Έλληνας συγγραφέας, καθώς και ο πρώτος που άσκησε την ψυχανάλυση στον ελληνικό χώρο, ασκώντας την ψυχαναλυτική πρακτική κατά την περίοδο 1935-1951. Χαρακτηρίζεται ως ένας από τους κατεξοχήν «οραματιστές ποιητές», κατέχοντας περίοπτη θέση στον ελληνικό λογοτεχνικό κανόνα, παρά τη δυσπιστία με την οποία αντιμετωπίστηκε αρχικά το έργο του. Από το σύνολο του έργου του ξεχωρίζει η πρώτη ποιητική συλλογή του, με τίτλο Υψικάμινος, ως το πρώτο αμιγώς υπερρεαλιστικό κείμενο στην Ελλάδα, ενώ ανάμεσα στα πεζά έργα του διακρίνεται το τολμηρό ερωτογράφημα "Ο Μέγας Ανατολικός", που προκάλεσε αντιδράσεις για την ελευθεροστομία και το ερωτικό περιεχόμενό του. Σημαντικό τμήμα του έργου του εκδόθηκε μετά τον θάνατό του.

Ο Εμπειρίκος γεννήθηκε το 1901 στη Μπράιλα της Ρουμανίας. Οι γονείς του απέκτησαν τρία ακόμη αγόρια, τον Μαρή, τον Δημοσθένη που πέθανε νέος και τον Κίμωνα. Ο πατέρας του, Λεωνίδας Ανδρ. Εμπειρίκος ήταν εφοπλιστής, γόνος παλαιάς οικογένειας ναυτικών με καταγωγή από την Άνδρο. Μαζί με τους αδελφούς του Μιχάλη και Μαρή Εμπειρίκο, υπήρξε ιδρυτής της Εθνικής Ατμοπλοΐας Ελλάδος (1909-1935), της Embiricos Brothers, της Byron Steamship Co. Ltd. καθώς και άλλων εταιρειών. Την περίοδο 1917-18 υπήρξε επίσης βουλευτής της κυβέρνησης Ελευθερίου Βενιζέλου και υπουργός Επισιτισμού. Η μητέρα του Ανδρέα Εμπειρίκου, Στεφανία, ήταν κόρη του Λεωνίδα Κυδωνιέως από την Άνδρο και της Ρωσίδας Σολωμονίδος Κοβαλένκο, από το Κίεβο. Το 1902 η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου και έξι χρόνια αργότερα στην Αθήνα. Την περίοδο 1912-17 φοίτησε στο γυμνάσιο της Σχολής Μακρή και στη συνέχεια υπηρέτησε τη θητεία του στο ναυτικό. Γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας, αλλά σύντομα διέκοψε τις σπουδές του και μετακόμισε στη Λωζάνη, όπου είχε εγκατασταθεί η μητέρα του μετά τον χωρισμό της από τον πατέρα του. Εκεί παρακολούθησε οικονομικά μαθήματα στο πανεπιστήμιο και έγραψε τα πρώτα του ποιήματα. Ο Οδυσσέας Ελύτης αναφέρει για τα πρώιμα ποιητικά του έργα πως «η συναισθηματική του εκτόνωση σε στίχους είχε αρχίσει τόσο πρόωρα που σε ηλικία είκοσι χρονών να διαθέτει ήδη στο ενεργητικό του ένα πλήθος ποιήματα γραμμένα πάνω στ' αχνάρια των ποιητών που κάθε φορά τον γοήτευαν περισσότερο, κατ' εξοχήν του Κωστή Παλαμά».Την περίοδο 1921-25 εργάστηκε στην οικογενειακή ναυτιλιακή εταιρεία Byron Steamship Co. Ltd. του Λονδίνου και παράλληλα σπούδασε φιλοσοφία και αγγλική φιλολογία. Το 1926 ήρθε σε διάσταση με τον πατέρα του και ταξίδεψε στο Παρίσι, όπου αποφάσισε να ασχοληθεί με την ψυχανάλυση. Κοντά στον, Ρενέ Λαφόργκ (René Laforgue), ο οποίος υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρώτος πρόεδρος της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Παρισίων, έκανε προσωπική και διδακτική ανάλυση. Συνδέθηκε με αρκετούς Γάλλους ψυχαναλυτές, μεταξύ αυτών και ο Φρουά Γουιτμάν, ο οποίος είχε ενδιαφέρον για τη μοντέρνα ποίηση και περίπου το 1929 έφερε σε επαφή τον Εμπειρίκο με την ομάδα των υπερρεαλιστών.

Ο Εμπειρίκος επέστρεψε στην Ελλάδα το 1931 και εργάστηκε για ένα διάστημα στα ναυπηγεία του πατέρα του, πριν παραιτηθεί έχοντας αποφασίσει να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία και την ψυχανάλυση. Στις 25 Ιανουαρίου του 1935 έδωσε μία ιστορικά σημαντική διάλεξη «Περί συρρεαλισμού» στη Λέσχη Καλλιτεχνών εισάγοντας ουσιαστικά τον υπερρεαλισμό στον ελληνικό χώρο. Για τον αντίκτυπό της ο Ελύτης έγραψε πως η διάλεξη έγινε «μπροστά σε μερικούς βλοσυρούς αστούς που άκουγαν, φανερά ενοχλημένοι, ότι εκτός από τον Κονδύλη και τον Τσαλδάρη υπήρχαν και άλλοι ενδιαφέροντες άνθρωποι στον κόσμο, που τους έλεγαν Φρόυντ ή Μπρετόν».Τον Μάρτιο του ίδιου έτους εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή του, με τίτλο Υψικάμινος, η οποία περιείχε 63 πεζόμορφα ποιήματα και τυπώθηκε στις εκδόσεις «Κασταλία». Την ίδια περίοδο γνωρίστηκε με τον Οδυσσέα Ελύτη, με τον οποίο επισκέφτηκε το σπίτι του ζωγράφου Θεόφιλου στη Μυτιλήνη. Από το 1935 άρχισε να ασκεί την ψυχανάλυση ως επάγγελμα, αναγνωρισμένος από τη Διεθνή Ψυχαναλυτική Ένωση ως «διδάσκων ψυχαναλυτής», ενώ παράλληλα αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία, συνεχίζοντας τις προσπάθειες διάδοσης και υπεράσπισης του υπερρεαλισμού. Την περίοδο 5-29 Μαρτίου του 1936 οργάνωσε στο σπίτι του «Επίδειξη σουρρεαλιστικών έργων», η οποία περιλάμβανε έργα των Μαξ Ερνστ, Όσκαρ Ντομίνγκεζ και άλλων ζωγράφων, σπάνια βιβλία, πρώτες εκδόσεις υπερρεαλιστών, τα μανιφέστα του κινήματος και φωτογραφικό υλικό. Είχε προηγηθεί μια αποτυχημένη προσπάθεια έκδοσης ενός περιοδικού εντύπου για τον υπερρεαλισμό (Ο Θίασος) μαζί με τον Ελύτη και τον Νικόλα Κάλα.Το 1938 μετέφρασε κείμενα του Αντρέ Μπρετόν στο τεύχος Υπερ(ρ)εαλισμός Α΄, ενώ ποιήματα από τη συλλογή του Ενδοχώρα δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά στο περιοδικό Νέα Γράμματα. Παράλληλα, έως και το 1939, πραγματοποιούσε τακτικά ταξίδια στη Γαλλία, προκειμένου να διατηρεί τις επαφές του με τους Γάλλους υπερρεαλιστές.

Σε νεαρή ηλικία ο Εμπειρίκος ενστερνίστηκε τον Μαρξισμό ενθουσιασμένος από τη Ρωσική Επανάσταση. Ο ίδιος είχε δηλώσει σχετικά ότι «παλαιότερα είχα απόλυτα προσχωρήσει στον μαρξισμόν. Είχα βαθύτατα συγκινηθεί από τη ρωσική επανάσταση κλπ». Οι πρώιμες ρομαντικές απόψεις του για το μαρξισμό και την Οκτωβριανή Επανάσταση αποτυπώνονται σε έξι ποιητικά σχεδιάσματα, τα περισσότερα από τα οποία παρέμειναν ημιτελή. Σε αυτά περιλαμβάνονται τα μη-υπερρεαλιστικά ποιήματά με τίτλο Κόκκινο Τραγούδι και Σκηνές μελλοντικών γεγονότων.Σύντομα ο Εμπερίκος αποκήρυξε τον κομμουνισμό και η διάστασή του έγινε ακόμα μεγαλύτερη μετά από ένα αναπάντεχο γι' αυτόν γεγονός, τη σύλληψή του από τον Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό, κατά τα Δεκεμβριανά, στις 31 Δεκεμβρίου. Αφότου πέρασε από ανάκριση, οδηγήθηκε μαζί με άλλους ομήρους που σχημάτιζαν φάλαγγα, στο χωριό Κρώρα, αλλά κατάφερε να δραπετεύσει στη Θήβα και από εκεί να επιστρέψει στην Αθήνα. Αυτή η εμπειρία ανήκει στη βάση της συγγραφής του Μέγα Ανατολικού που κατά μία ερμηνεία συμβολίζει μεταξύ άλλων και την άρνηση οποιασδήποτε κρατικής μορφής κομμουνισμού. H σχέση του Εμπειρίκου με την Αριστερά ανανεώθηκε λίγα χρόνια αργότερα, επηρεασμένος μεταξύ άλλων από το κίνημα των μπήτνικς αλλά και της Νέας Αριστεράς στην Αμερική, με αποτέλεσμα να ξαναγίνει αριστερός, όχι όμως και κομμουνιστής.

Το 1940 παντρεύτηκε την ποιήτρια Μάτση Χατζηλαζάρου με την οποία χώρισε το 1944. Στο διάστημα της κατοχής ο Εμπειρίκος οργάνωνε στο σπίτι του συγκεντρώσεις φίλων λογοτεχνών, όπου διαβάζονταν αποσπάσματα των έργων τους, καθώς και άλλων νέων συγγραφέων. Αρχικά οι συναντήσεις αυτές αφορούσαν λίγους στενούς φίλους του Εμπειρίκου, ωστόσο σύντομα διευρύνθηκαν και έφθασαν να περιλαμβάνουν έναν ευρύ κύκλο καλλιτεχνών, με συμμετοχή ποιητών όπως ο Νίκος Γκάτσος, ο Νίκος Εγγονόπουλος, ο Νάνος Βαλαωρίτης και άλλοι. Το 1945 άρχισε να γράφει το τολμηρό μυθιστόρημα Ο Μέγας Ανατολικός, ενώ παράλληλα ολοκλήρωσε τα κείμενα Ζεμφύρα ή Το μυστικό της Πασιφάης και Βεατρίκη ή Ένας έρωτας του Buffalo Bill. Δημοσίευσε επίσης ένα κείμενο για τον Νίκο Εγγονόπουλο στο περιοδικό Τετράδιο με τίτλο «Νικόλαος Εγγονόπουλος ή το θαύμα του Ελμπασάν και του Βοσπόρου», ενώ τυπώθηκε και η Ενδοχώρα, από τις εκδόσεις του περιοδικού Τετράδιο. Παντρεύτηκε για δεύτερη φορά το 1947 με τη Βιβίκα (Ευριδίκη) Ζήση και το 1948 συμμετείχε στην πρώτη ελληνική ψυχαναλυτική ομάδα με τους Γιώργο Ζαβιτζιάνο και Δημήτρη Κουρέτα. Την ίδια χρονιά σημειώθηκε ο θάνατος του πατέρα του στη Γενεύη. Το 1962 μαζί με τον Ελύτη και τον Γιώργο Θεοτοκά ταξίδεψαν στην Σοβιετική Ένωση ύστερα από πρόσκληση του Συνδέσμου «ΕΣΣΔ – Ελλάς», προκειμένου να έρθουν σε επαφή με τους πνευματικούς ανθρώπους της Σοβιετικής Ένωσης και να αποκτήσουν νέα εικόνα για τα δρώμενα στη χώρα. Ο Εμπειρίκος κατέγραψε τις εμπειρίες του σε ημερολόγιο και έγραψε ποιήματα σχετικά με τη Σοβιετική Ένωση.

Το 1963 πραγματοποίησε μια ομιλία αφιερωμένη στον Νίκο Εγγονόπουλο, στην αίθουσα του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ινστιτούτου, με την ευκαιρία της ατομικής έκθεσης του ζωγράφου. Τον επόμενο χρόνο ολοκλήρωσε το μακροσκελές επικό ποίημα Η άσπρη φάλαινα (παραλλαγαί στο μέγα θέμα του Moby-Dick του Herman Melville), απόσπασμα του οποίου δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Συντέλεια (1991), ενώ τρία χρόνια αργότερα ξεκίνησε τη συγγραφή του [Άρμαλα ή] Εισαγωγή σε μία πόλι, κείμενο που θα αποτελούσε την εισαγωγή ενός νέου μυθιστορήματος, το οποίο όμως δεν ολοκληρώθηκε. Στις 26 Ιανουαρίου 1971 έδωσε διάλεξη στο Κολλέγιο Αθηνών για τη μοντέρνα ποίηση και το 1973 μίλησε για το έργο του στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Τη χρονιά αυτή σημειώθηκε και ο θάνατος της μητέρας του. 

Ο Ανδρέας Εμπειρίκος πέθανε στην Κηφισιά στις 3 Αυγούστου 1975, σε ηλικία 74 ετών, από καρκίνο του πνεύμονα. Μετά τον θάνατό του, εκδόθηκε για πρώτη φορά το μυθιστόρημα Ο Μέγας Ανατολικός (1990-1992) σε οκτώ τόμους. Το 2001, με αφορμή τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του, τιμήθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού και το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου με τον εορτασμό του Έτους Εμπειρίκου, που συνοδεύτηκε από πολυάριθμες τιμητικές εκδηλώσεις, με σκοπό την επανεξέταση και προβολή του έργου του.


Πηγή: Βικιπαίδεια

Άγγελος Τερζάκης 1907 – 1979


Σημαντικός Έλληνας πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας και δοκιμιογράφος. Εντάσσεται στη λεγόμενη «γενιά του ‘30», που έφερε τον αέρα της ανανέωσης στα ελληνικά γράμματα.

Γεννήθηκε στο Ναύπλιο στις 16 Φεβρουαρίου 1907 και ήταν γιος του δημάρχου της πόλης Δημητρίου Τερζάκη. Το 1915 μετακόμισε με την υπόλοιπη οικογένειά του στην Αθήνα, όταν ο πατέρας του εξελέγη βουλευτής με το κόμμα των Φιλελευθέρων.

Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αναγορεύθηκε διδάκτορας σε πολύ νεαρή ηλικία και ακολούθησε καριέρα δικηγόρου, παράλληλα με την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία. Το 1931, με δύο συλλογές διηγημάτων στο ενεργητικό του και έχοντας στα σκαριά το πρώτο του μυθιστόρημα («Δεσμώτες», 1932), αποφάσισε να εγκαταλείψει τη δικηγορία και να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη λογοτεχνία.

Το 1936 παντρεύεται τη Λουίζα Βογάσαρη και δύο χρόνια αργότερα έρχεται στη ζωή ο μοναχογιός του Δημήτρης, ο μετέπειτα γνωστός συνθέτης λόγιας μουσικής. Το 1937 καταξιώνεται με το μυθιστόρημά «Η Μενεξεδένια» Πολιτεία», που καταγράφει τις καθοριστικές εξελίξεις της μεσοπολεμικής Αθήνας και της κοινωνίας της «κατά την κρίσιμον φάσιν της μεταβολής της σε μεγαλούπολιν», όπως έγραφε σε μια παρουσίαση του βιβλίου στην Ακαδημία Αθηνών.

Τα περισσότερα πεζογραφήματα του Τερζάκη κινούνται σε αυτό το πλαίσιο. Είναι αστικά μυθιστορήματα, που απεικονίζουν την κοινωνία του μεσοπολέμου, όπως αυτή βγήκε τραυματισμένη από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Βασικά χαρακτηριστικά του έργου του είναι το καταθλιπτικό κλίμα, η ασφυκτική ατμόσφαιρα, οι ήρωες - δέσμιοι της οικονομικής στενότητας και των κοινωνικών προκαταλήψεων και η απαισιοδοξία.

Την ίδια χρονιά με τη «Μενεξεδένια Πολιτεία», το πρώτο θεατρικό έργο του, το ιστορικό δράμα «Αυτοκράτωρ Μιχαήλ», σημειώνει μεγάλη επιτυχία και ο Τερζάκης διορίζεται γενικός γραμματέας του Εθνικού Θεάτρου, το οποίο υπηρέτησε από διάφορες θέσεις έως το 1971.

Το 1940 στρατεύεται και υπηρετεί στο Αλβανικό Μέτωπο. Παραμένει στη ζώνη του πυρός ως το τέλος του πολέμου. Το 1945 κυκλοφορεί το ιστορικό μυθιστόρημα «Πριγκιπέσα Ιζαμπώ», που θεωρείται το αρτιότερο πεζογράφημά του και ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Ζωντανεύει την περίοδο της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο μέσα από τον έρωτα της φράγκισσας πριγκίπισσας Ιζαμπούς (κόρη του αυθέντη της Καλαμάτας Γουλιέλμου Βιλλαρδουίνου) και του έλληνα επαναστάτη Νικηφόρου Σγουρού.

Ο Άγγελος Tερζάκης ασχολήθηκε και με τον κινηματογράφο. Στις αρχές της δεκαετίας του '50 παρακολούθησε μαθήματα κινηματογράφου στην Ιταλία και το 1954 σκηνοθέτησε τη μοναδική ταινία του, μια παραλλαγή της «Μενεξεδένιας Πολιτείας» με τίτλο «Νυχτερινή περιπέτεια», σε δικό του σενάριο. Τη μουσική έγραψε ο Mάνος Xατζιδάκις, ενώ πρωταγωνιστούσαν η Nταίζη Mαυράκη, μετέπειτα «Μις Υφήλιος», ο Βασίλης Διαμαντόπουλος, η Μαρία Αλκαίου, ο Νίκος Τζόγιας και ο Ντίνος Ηλιόπουλος. Η ταινία είχε μέτρια ανταπόκριση στο ταμείο, κόβοντας 33.379 εισιτήρια.

Μεταπολεμικά συνεργάστηκε με τις εφημερίδες «Καθημερινή» και «Το Βήμα», ενώ υπήρξε ακόμα διευθυντής του περιοδικού «Εποχές», ενός εντύπου που έπαιξε κομβικό ρόλο στο πολιτισμικό γίγνεσθαι της Ελλάδας τη δεκαετία του '60. Οι «Εποχές» κυκλοφόρησαν από το 1963 έως το 1967, οπότε και σταμάτησε η έκδοσή τους εξαιτίας της δικτατορίας. Το 1958, μαζί με τους Καραγάτση, Βενέζη και Μυριβήλη, γράφει το «Μυθιστόρημα των Τεσσάρων», που δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «Ακρόπολις» (2 Μαρτίου - 26 Απριλίου 1958).

Ο Τερζάκης τιμήθηκε με το Α' Κρατικό Βραβείο Θεάτρου για το κοινωνικό δράμα «Είλωτες» (1938) και την τραγωδία «Ο σταυρός και το σπαθί» (1939), με το Α' Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος για το μυθιστόρημά του «Μυστική Ζωή», με το Βραβείο της Ομάδας των 12 για τη συλλογή δοκιμίων του «Προσανατολισμός στον αιώνα» (1963) και με το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών για τη θεατρική μελέτη «Το μυστήριο του Ιάγου»(1969). Έργα του έχουν μεταφραστεί σε αρκετές γλώσσες (Αγγλικά, Γερμανικά, Ρωσικά, Σουηδικά κ.ά.), ενώ θεατρικά του έργα έχουν ανεβεί σε σκηνές των ΗΠΑ.

Το 1974 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην τάξη των Γραμμάτων. Πέθανε στην Αθήνα στις 3 Αυγούστου 1979, σε ηλικία 72 ετών. Ο Άγγελος Τερζάκης υπήρξε ίσως ο πιο φιλοσοφικά ανήσυχος της γενιάς του '30. Στο κέντρο των αναζητήσεών του βρέθηκε πάντοτε ο σύγχρονος άνθρωπος και τα αγωνιώδη προβλήματά του. Γι' αυτό ίσως είναι και εκείνος που καλλιέργησε ιδιαίτερα το δοκίμιο και αναζήτησε την προσφορότερη έκφρασή του και στο θέατρο.

Επιλεγμένη Εργογραφία

«Δεσμώτες» (Μυθιστόρημα, «ΕΣΤΙΑ»)
«Η παρακμή των Σκληρών» (Μυθιστόρημα, «ΕΣΤΙΑ»)
«Η μενεξεδένια πολιτεία» (Μυθιστόρημα, «ΕΣΤΙΑ»)
«Η πριγκιπέσα Ιζαμπώ» (Μυθιστόρημα, «ΕΣΤΙΑ»)
«Δίχως Θεό» (Μυθιστόρημα, ΕΣΤΙΑ)
«Η μυστική ζωή» (Μυθιστόρημα, ΕΣΤΙΑ)
«Το μυθιστόρημα των τεσσάρων» (μαζί με τους Σ. Μυριβήλη, Μ. Καραγάτση, Ηλ. Βενέζη, «ΕΣΤΙΑ»)
Απρίλης» (Διηγήματα, «ΕΣΤΙΑ»)
«Προσανατολισμός στον αιώνα» (Δοκίμια, «Οι εκδόσεις των φίλων»)
«Ένας μεταβαλλόμενος κόσμος» (Δοκίμια «Οι εκδόσεις των φίλων»)
«Η ελληνική εποποιία. Χρονικό του πολέμου 1940-41» (Ιστορία, «ΕΣΤΙΑ»)
«Θέατρο» (ΕΣΤΙΑ)

Βιβλιογραφία

«Αφιέρωμα στον Άγγελο Τερζάκη» (Περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τεύχος 1718)
«Προσφορά στον Άγγελο Τερζάκη» (Κείμενα για τον συγγραφέα από τους Κων/νο Τσάτσο, Νίκο Χατζηκυριάκο - Γκίκα και Μιχαήλ Στασινόπουλο, «ΕΥΘΥΝΗ»)
«Γυναικεία προσωπογραφία στο πεζογραφικό έργο του Άγγελου Τερζάκη» της Πολυξένης Μπίστα («Αρμός»)
«Η μέρα για τα γραπτά κι η νύχτα για το σώμα» του Μένη Κουμανταρέα («Κέδρος»)

Αποφθέγματα - Γνωμικά - Ρήσεις
Άγγελος Τερζάκης

- Δεν υπάρχει μεγάλη τέχνη, παρά μόνο μεγάλοι καλλιτέχνες.


- Ολάκερη η αιωνόβια διαδικασία του πολιτισμού δεν είναι παρά μια πάλη επική του ανθρώπου κατά του εαυτού του.


ΠΗΓΗ: sansimera.gr

O Σκάρος (διήγημα του Στρατή Χαβιαρά)


Το παπούτσι μπορεί να ξέρει περισσότερα απ’ όσα το πόδι.
G.C. Lichtenberg

H Beverly από το Beverly της Μασαχουσέτης ανηφόριζε τρέχοντας την Ισαύρων όπως κάθε πρωί στις 7, από τη Ζωοδόχου Πηγής έως την Ασκληπιού συν διακόσια τόσα σκαλιά μέχρι τη Σαραντάπηχου ή αλλιώς Περιφερειακό Λυκαβηττού, καίγοντας το αλκοόλ από το προηγούμενο βράδυ στο Χίλτον, το γειτονικό Steak Room, ή το R.I.P speakeasy της Κανάρη, όπου τακτική πολιτική ομήγυρη οι διαχρονικοί Σάιρους, Κέιτ και Νικ με τους καλοθελητές δορυφόρους φίλα προσκείμενοι με την εφτάχρονη στρατιωτική φαγούρα στην εξουσία. Τους ανακύκλωνε στο νου της από χούι και μετά, κατεβαίνοντας, τους άφηνε σκαλί σκαλί στα μετόπισθεν δίχως γνώμη ή σκασίλα, εστιάζοντας στο πρόγραμμα και τις επαφές της ημέρας.

Πιο κάτω, ανάμεσα Δαφνομήλη και Νικηφόρου Ουρανού σταματούσε να πάρει ανάσα, αφήνοντας το βλέμμα να πλανηθεί στο μικρό παράθυρο που δεν ήταν παράθυρο λίγο πιο χαμηλά από τα σκαλιά που πατούσε, ημιυπόγειο διαμέρισμα Ισαύρων 11Α.

Μόνο ένα πρωί Σαββάτου τον πήρε το μάτι της, μια σκιά φευγαλέα ή αντανάκλαση ανάμεσα στα επίμονα λευκά της πικροδάφνης με την αντηλιά από κάποιο τζάμι πολυκατοικίας. Ήταν ή δεν ήταν ο Σκάρος, ήταν ή δεν ήταν το απόγευμα που ετοίμαζε αποσκευές για την πτήση του στην Κυρήνεια, που όπως υπέθετε η Beverly δε θα ήταν για πολύ πια Κυρήνεια.

Αναπάντεχα, εκείνη τη στιγμή άκουσε να τρίζει και είδε ν’ ανοίγει προς τα μέσα το μικρό παράθυρο που έμοιαζε πιο πολύ με φεγγίτη και κάτι να γυαλίζει ανάμεσα στα φύλλα – κανάτι ήταν; – κι ένα χέρι να ποτίζει τα γεράνια κάτω απ’ το περβάζι, στο στενόμακρο παρτέρι του δήμου.

Τώρα βρήκες να αδειάσεις το ουροδοχείο σου; του είπε μέσα της να τον πειράξει κι εκείνος δίχως να σηκώσει το κεφάλι απάντησε, Σα να το ’ξερα πως θα περνούσες.

Η Beverly τίναξε τα μαλλιά της να το διώξει.

Πρώτη φορά που χαμογέλασε με τη γνωριμία του ιδρώτα του ήταν το απόγευμα όταν πέρασε πλάι της σκοτεινιασμένος με προορισμό μια ευτραφή κυρία μέσης ηλικίας στο Désirée της Δημοκρίτου μεταξύ Σούτσου και Σόλωνος. Μαμά του; Βρες άκρη. Όταν όμως δυο τραπεζάκια πιο πίσω ένιωσε το βλέμμα του να περνάει ξυστά, κόβοντας την, η Beverly ήξερε πως δε θα αργούσε να βρει μέσες άκρες.

Είχαν κλείσει κοντά δυο χρόνια από την εξαφάνιση του Duong στον υγρό λαβύρινθο του Μεκόνγκ κι από τότε δεν είχε ρίξει δεύτερη ματιά σε αρσενικό. Το όνομα του, «Καρπερός» στα Βιετναμέζικα, δεν ήταν τυχαίο. Για τους ακροατές στο National Public Radio, τα ρεπορτάζ του από τη γραμμή του πυρός θα άφηναν εποχή  στη ραδιοφωνία των ΗΠΑ, λίγο πολύ όπως άφησαν και τα φιλιά του στα χείλη της, στο κορμί της.

Από άλλον, κάποιον αδέσποτο ξερόλα περίμενε η Beverly να πάρει αναφορά στο Désirée κι άλλον κατέληξαν να καταγράφουν οι αισθήσεις κι ο τεχνικός εξοπλισμός της: Μαυριδερός, ψηλόλιγνος, «spindly» θα τον περιέγραφε ο LeCarre, είχε μια αύρα που χαστούκιζε τις αισθήσεις της πέρα απ’ τις όποιες καλοκαιρινές φερομόνες του. Μιλάμε για Μάιο 1974 όταν γυρόφερνε την όψη του ένα επίμονα αναποφάσιστο σούρουπο ψιθυρίζοντας στη Beverly «Επικίνδυνος», ή «Αντιστασιακός», στη νοηματική «Παρακρατικός», ή ίσως δρομέας μυστικής υπηρεσίας όπως η υπερατλαντική «Εταιρία» που γοργοπόδιζε την ίδια στην Αθήνα, ή ακόμα κι η τοπική θυγατρική της Εταιρίας, η ΚΥΠ.

Λανθασμένη αίσθηση ή άρνηση να διακρίνει με ακρίβεια; Ίσως είχε τη μύγα: Όταν έπαιξε τη μικροκασέτα της στιχομυθίας του με τη μεσήλικα γυναίκα στο Désirée, «Ηoly,» αναπήδησε, πώς της ξέφυγε; «Δημοσιογράφος».

Ένα τηλ. απ’ το περίπτερο κι ο αχερένιος της στη Γενική Ασφάλεια συνόψισε: Η γυναίκα, «Συγγραφεύς». Τρίκερι. Παλιά ψαροκασέλα, παροπλισμένη. Ανακυκλώνει μαρξιστικά τσιτάτα για ανερχόμενα (αναρριχώμενα) υβρίδια στον ημερήσιο τύπο. Το περί ου ο λόγος (Ιωάννης Σκάρος του Θεοδώρου): Διαβασμένο, πανταχού παρών, γραφίδα σκληρή νούμερο 4, Βήμα. Συνοδοιπόρος. Υπόσχεται μέλλον.

Αλλά ποιος είχε μέλλον σε μια Αθήνα που δε θα άφηνε ποτέ το παρόν; Ποτέ χωρίς αίματα; Η Beverly έκλεισε, πήρε άλλο αριθμό.

«Business or pleasure, my dear;” ήθελε να μάθει η Κέιτ.

Fucking nosy, double-crossing bitch, έβρισε μέσα της εκείνη και στην ίδια, «Know ye: curiosity kills».

«No, shit.» Η Κέιτ ακουγόταν πιωμένη.

Η Beverly θα την παραπλανούσε χωρίς να ξεστρατίσει απ’ την αλήθεια: «Το δεύτερο», απάντησε, «αλλά διά ροπάλου απόρρητο. Πόσο τον ξέρεις»;

«Λίγο, όπως όλοι: Ανέραστος. Αγέλαστος. Δαρμένος. Dry».

«Dry!»

Αλλά ποιος είχε μέλλον σε μια Αθήνα που δε θα άφηνε ποτέ το παρόν; Ποτέ χωρίς αίματα;

«Και άκαπνος. Sorry, Meg,» έκανε μια προσπάθεια να σοβαρέψει η Κέιτ και αναφέρθηκε στην έρευνα και τα ρεπορτάζ του Σκάρου που αναβαθμίστηκαν με τον καιρό – για τους Τουρκοκυπρίους στην περιοχή της Κυρήνειας, πιο πρόσφατα για τους Πομάκους της Ξάνθης και τις κινήσεις των Τούρκων να τους προσεταιριστούν. «I warn you, though,» άλλαξε τόνο, χωρίς ωστόσο να προλάβει να ολοκληρώσει.

«Θα λάβουμε την προτροπή σας σοβαρά υπόψιν,» την ειρωνεύτηκε η Beverly και πήρε το Σκάρο στο Βήμα. Έλειπε. Άφησε το τηλ. τού σπιτιού της να την πάρει εκείνος.

Τον συνάντησε στου Zonars. «Margaret Alcorn, US News and World Report,» του σύστησε το επαγγελματικό της άλλοθι.

«Γιατί με παρακολουθείτε;» o Σκάρος ανέκφραστος πίσω από ένα ζευγάρι αδιαπέραστα Polaroid. Φορούσε μαύρα: πουκάμισο, παντελόνι, παπούτσια.

Καθόλου απίθανο και μαύρο εσώρουχο, σκέφτηκε η Beverly.

«Désirée, Τετάρτη 28 Μαΐου, 7:15 μμ.» συνέχισε εκείνος και παρήγγειλε στο σερβιτόρο που περίμενε, «Νερό».

Όπως πολλοί Έλληνες, οι λεπτοί φοράνε μαύρα για να δροσίζουν λέει το φως στο άμεσο περιβάλλον τους, οι γεμάτοι για να βυθίζουν το στομάχι τους στη σκιά, θυμήθηκε η Beverly και παρήγγειλε βότκα και τόνικ.  Έπειτα στράφηκε σ’ εκείνον. «Impressed,» τον παραδέχτηκε κι αμέσως άλλαξε θέμα. «Μιλάω και ελληνικά, είπε. Ξέρεις, σπασμένα, ξανακολλημένα»… Φορούσε Meiko Aalto batique, μπόλικα στη μέση, το ίδιο διακριτικό μακιγιάζ, το ίδιο άρωμα Charlie by Revlon όπως στο Désirée. Το είδωλο της στα γυαλιά του την έδειχνε πρόωρα αναπαλαιωμένη.

«Ελληνο-»

«Τρίτη γενιά. Σικάγο».

«Γιατί στην Αθήνα; Tι ψήνεται»;

Τoν κοίταξε. Γάτα, τον παραδέχτηκε, ο νους του στο σαργό. Ξερόβηξε να ξεκινήσει σωστά την επόμενη μη απάντηση. «Tο Désirée ήταν τυχαίο», μίλησε χαμηλόφωνα, «είχα να συναντήσω έναν περιφερόμενο ξερόλα. Με έστησε. Όταν σε είδα τον ξέγραψα. Ξέγραψα πολλά που με απασχολούσαν. Θα σου μιλούσα, αλλά δεν ήσουν μόνος. Σ’ έψαξα μετά. Πού να φανταστώ πως είσαι στο συνάφι. Ήθελα να σε γνωρίσω. Θέλω ακόμα».

Ο Σκάρος άδειασε το ποτήρι του. Αργά.

Η Beverly κατέβασε το μισό. Τoν κοιτούσε. Eπίμονα. «Αν δε σ’ αρέσουν οι καστανές, υπάρχει λύση,»  αστειεύτηκε. Αν δε με βρίσκεις αρκετά λεπτή, αντέχω στη δίαιτα. Όμως φαντάσου το θόρυβο με δυο σκελετούς στο κρεβάτι.» Περίμενε. Άλλαξε τόνο. «Θέλω να σε γνωρίσω, Σκάρο», επανέλαβε και δείχνοντας του τα χέρια της, «Κοίταξε», είπε «είμαι νέα, επαγγελματίας, αδέσμευτη.  Σοβαρά, τώρα».

«Ένας αδέσμευτος τύπος… Ξέχνα το, πάμε αλλού. Δεν είναι αυτοί καιροί για κλάψε γέλασε. Τι άλλο ξέρεις; Ti ψήνεται; Tο US News and World Report δεν είχε ποτέ μόνιμο ανταποκριτή στην Αθήνα – πώς έτσι τώρα»;

«Παζαρεύεις σα γύφτος», απάντησε η Beverly και κούνησε το κεφάλι δίνοντας του πόντους. «Ειλικρινά, δεν ξέρω». Και ύστερα από σύντομη παύση, «Αλλά και να ήξερα», κι άφησε τρεις αόρατες τελείες να αιωρούνται. Ύστερα βιαστικά, «Γιατί σε λένε Σκάρο, τι όνομα! Και ποιο είναι το όνομα του πένθους σου; Πες».

«Μου αρέσουν οι κολοκυθοκορφάδες. Όπως και στο σκάρο, το ψάρι», απάντησε εκείνος με μια ματιά στο ρολόι του.

«Touché,» χαμογέλασε η Beverly.

«Impasse,» ο Σκάρος, βάζοντας τέλος στη συζήτηση, στη γλώσσα της, και σηκώθηκε.

«Περίμενε. Σου την πέφτω και κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις. Εδώ οι άντρες με γδύνουν και με τρώνε με τα μάτια τους. Στο δρόμο μού πιάνουν τον κώλο. Είσαι νορμάλ; Είσαι Έλληνας εσύ, ή WASP;»

«WASP»;

«White Anglo Saxon Poustis».

Πλησίασε ο σερβιτόρος θορυβημένος από τα ελληνικά της κυρίας, κοίταζε πότε εκείνη πότε τον άλλο. O Σκάρος έβγαλε να πληρώσει. Δεν ήταν ακριβώς χαμόγελο, κάτι σαν σύσπαση, αριστερά στο κάτω του χείλι. Θα συνέχιζαν άλλη φορά, της είπε.

Της ήρθε να τον φτύσει. Ο πρώτος που θα επικοινωνούσε, έπρεπε τώρα να κάνει κάποια στρατηγική υποχώρηση, υποτίθεται από θέση ισχύος, λογάριασε η Beverly.

Δεν είναι αυτοί καιροί για κλάψε γέλασε

Συναντήθηκαν άλλες δυο φορές. Η μόνη πρόοδος που σημειώθηκε, μια αόριστη συναίνεση εκ μέρους του να συνεχίσουν. Η Κέιτ είχε ένα δίκιο για τον Σκάρο. Φαινόταν δαρμένος. Ήταν σχεδόν ακέραιος. Τσιμπούσε χαλαρά στη διεθνή επικαιρότητα, έμοιαζε να αδιαφορεί για το καρναβάλι των στρατιωτικών, απέφευγε τα προσωπικά. Οι μέρες έφευγαν, η Beverly ετοιμαζόταν να του μιλήσει ανοιχτά, να του γλιστρήσει μια άκρη του νήματος. Έτσι κι αλλιώς η απόρρητη καλούμπα στην τσάντα της είχε ημερομηνία λήξης, διέτρεχε τον κίνδυνο να την ξετυλίξουν τα γεγονότα πριν αμοληθεί ο χαρταετός.

Απόγευμα Δευτέρας τον περίμενε στο Dolce, Σκουφά. Μισή ώρα. Δεν πίστευε τους τύπους που σύχναζαν στα εντάφια βάθη του μαγαζιού, στην καπνιά του. Τον πήρε τηλ στην εφημερίδα. Στο σπίτι. Δεν απαντούσε. Σταμάτησε ταξί.

Ισαύρων 11Α χτύπησε το κουδούνι, ύστερα την παλιά ξύλινη πόρτα τoυ. Ένας λαγός αλαφιασμένος πήδηξε απ’ τις παραφυάδες μιας συκιάς. Ήταν γάτος. Η Beverly κοίταξε στο παράθυρο. Πίσω απ’ το τζάμι μια φευγαλέα φιγούρα ανάμεσα στα φυτά του πεζόδρομου. Άκουσε την πόρτα να ανοίγει. Βρήκε το Σκάρο να ετοιμάζει βαλίτσες. Της είπε ότι δεν είχε χρόνο. O Λέων τον έστελνε στην Κυρήνεια. Θα πετούσε το πρωί με την Ολυμπιακή.

Η Beverly ένιωσε να χάνει το χρώμα της. «Ποιος είναι ο Λέων; Ο προϊστάμενος σου»; ψέλλισε, ασθμαίνοντας ακόμα απ’ τα σκαλιά του πεζόδρομου. «Πότε σε ειδοποίησε; Δε θα πας».

Ο Σκάρος την κοίταζε. Της εξήγησε ότι ο διευθυντής του τον έστελνε στην Κυρήνεια για μια νέα σειρά ανταποκρίσεων και δεν τρελάθηκε να μην πάει.

«Α, ναι; Αυτό θα το δούμε. Τι άλλο ξέρει ο Λέων; Ή μιλάμε για διαβολικές συγκυρίες»; Θα πήγαινε μαζί του αν δεν είχε να καλύψει την Αθήνα για το δικό της έντυπο τις επόμενες μέρες. Αλλά η Beverly θα έκανε – και τι δε θα έκανε να τον αποτρέψει. Τον έπιασε απ’ το μπράτσο. «Σοβαρά, Σκάρο, μείνε κοντά μου. Το σόου είναι αλλού», είπε ψέματα.

«Εσύ δεν έχεις τίποτ’ άλλο στο νου σου; Τι εννοείς ‘Αλλού’»;

«Καρσί».

«Δηλαδή».

«Απέναντι: Σελεύκη. Μερσίνα. Άδανα… Rent a car. Rent a Turk. Get the scoop».

Ο Σκάρος την κοίταζε ανέκφραστος.

Τον κοίταξε κι εκείνη. Θυμωμένη. «Παραβιάζω τους κανονισμούς», του είπε, «για να μην πας» και πρόσθεσε, «άδικα». «Μαλάκα», του είπε, «Σκέψου. Η εφημερίδα σου έχει φροντίσει για εισιτήριο, ξενοδοχείο, φωτογράφο – κι εσύ είσαι έτοιμος να πας. Τυφλός στον Άδη».

«Καθησυχαστικό όταν διακεκριμένη δημοσιογράφος, και μάλιστα με proficiency στα νέα ελληνικά, δεν καλλιεργεί αυταπάτες», μουρμούρισε ο Σκάρος και γύρισε στη βαλίτσα του.

«Δεν ξέρω αν είναι ιδιαίτερα κολακευτικό να στο αναγνωρίζει συνάδελφος τόσο συγκρατημένης νοημοσύνης», απάντησε η Beverly, «αλλά για τη λειψή αντίληψη του Σκάρου, υπάρχει η υπερεπάρκεια του Λέων – δεν ακούγεται σωστό, του Λέοντα», είπε και με μια βίαια  κίνηση τον έσπρωξε με το πρόσωπο στον τοίχο, περνώντας χειροπέδες στους καρπούς πίσω απ’ την πλάτη του. Έπειτα τον γύρισε προς το μέρος της. «Μην ταράζεσαι, ‘δε θα σε βιάσω,’ όπως είπε ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ στη Φέι Ντάναγουέι, στο ‘Τρεις Μέρες του Κόνδορα’, χα χα χα», έκανε να τον καθησυχάσει. Και καλά.

Ο Σκάρος είχε παγώσει. Όταν βρήκε την ψυχραιμία του είπε «‘The night is young,’ όπως απάντησε η Ντάναγουεϊ στον Ρέντφορντ» – κάνοντας μάταιες προσπάθειες να ελευθερώσει τα χέρια του.

«Tοuché.»

«Impasse,» ανάμεσα στα δόντια του ο Σκάρος και «Εσύ είσαι για δέσιμο. Λύσε με!»

«Αν τα βραχιόλια δε σου φτάνουν και παραείσαι ανήσυχος, έχουμε εδώ και το μικρό», η Beverly κι έβγαλε από τη τσάντα της ένα πλακέ Colt Junior. Έσπρωξε το Σκάρο να καθίσει στον καναπέ και τράβηξε μια καρέκλα απέναντί του. «Look, idioti», πήρε βαθιά ανάσα, ξεφύσησε και του γέμισε τα αυτιά με Βιετνάμ και Λάος, Ισραήλ και Άραβες, Κίσινγκερ και Τουρκιά, μίλησε για κάποιον Ελληνο- Υπαρχηγό Επιχειρήσεων στην Εταιρία κι άλλον ένα λεχρίτη και μισό που ύστερα από δυο, τρία μπάχαλα τον μπατάρισαν στο Βιετνάμ, μα τι τα θες, ο κύβος είχε ήδη πέσει. Είπε και μια δυο αλήθειες για τον εαυτό της. Ήταν καταπονημένη με τις επιχειρήσεις που την έστελναν να αξιολογεί όπου γης και πατρίς. Είχε πάθει και μάθει. Είχε πάρει το ψαλίδι κι έκοψε τα μαλλιά της. Ξόδεψε το πένθος της όλο. Ξεθώριασε τα μαύρα της για το χαμό του Duong. Ήθελε ξανά τη ζωή της. Εντάξει, αισθαντικά κλισέ το ένα μετά το άλλο, τι να πει; Είπε κάτι ακόμα: Εσύ Σκάρο τι τα κάνεις τα πένθη σου όταν ξεθωριάζουν; Τα ξαναβάφεις;»

Αργά τη νύχτα η Beverly πήγε στην τουαλέτα κι έριξε στο πρόσωπο της νερό. Γυρίζοντας πήρε τηλ κι ανέφερε ένα πενταψήφιο αριθμό με  κάτι αρχικά. Σε μισή ώρα στη διασταύρωση Νικηφόρου Ουρανού και Ισαύρων τους περίμενε υπηρεσιακό αυτοκίνητο της Αμερικανικής Αεροπορικής Βάσης στο Ελληνικό. Όπου και αποχαιρέτισε το Σκάρο μ’ ένα φιλί στο μάγουλο λέγοντας του ότι ο Λέων είχε μόλις αλλάξει τη δημοσιογραφική αποστολή του και μάλιστα με μια μικρή αύξηση μισθού.

Από την τρίτη εβδομάδα του Ιουλίου κάθε πρωί γύρω στις 7 η Beverly από το Beverly της Μασαχουσέτης σταματούσε να πάρει ανάσα μεταξύ Δαφνομήλη και Νικηφόρου Ουρανού αφήνοντας το βλέμμα της να πλανηθεί στο μικρό παράθυρο που δεν ήταν παράθυρο, λίγο πιο χαμηλά απ’ το σκαλί που πατούσε, στο ημιυπόγειο Ισαύρων 11Α.

Ο Σκάρος είχε καλύψει τον απόπλου των Τουρκικών αποβατικών σκαφών από τη Μερσίνα με προορισμό την Κυρήνεια και η ανταπόκριση του δημοσιεύθηκε στο Βήμα με τις πρώτες ειδήσεις των διεθνών πρακτορείων για την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο.

Οι προσπάθειες της Beverly να τον εντοπίσει τις επόμενες μέρες ήταν άκαρπες. Πέρασε μήνας. Ένα Σάββατο πρωί πήρε το μάτι της μια φευγαλέα σκιά ή αντανάκλαση στο μικρό παράθυρο ανάμεσα στα επίμονα λευκά της πικροδάφνης με την αντηλιά από κάποιο τζάμι πολυκατοικίας. Ήταν και δεν ήταν o Σκάρος


Στρατής Χαβιαράς


(*) H φωτό είναι  έργο του Dan Panosian (Mad Men by ‘Urban Barbarian’)

ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ... Η σοφία των Ινδιάνων


Οι ινδιάνοι και όχι μόνο της Αμερικής, είχαν πολύ έξυπνους τρόπους να χειρίζονται καθημερινά ζητήματα. Δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά αφού ήταν άνθρωποι που είχαν πολύ καλή επαφή με τον φυσικό κόσμο, όντας κυνηγοί και πολεμιστές. Είχαν το στοιχείο της παρατηρητικότητας.
Πως θα μπορούσαν διαφορετικά να ανταπεξέλθουν στις σκληρές συνθήκες διαβίωσης. Είδαν λοιπόν πως όταν οι τραυματισμένοι κυνηγοί επικοινωνούσαν, για τα τραύματα τους, δηλ. γκρίνιαζαν συνεχώς, τα τραύματα τους αργούσαν να γιατρευτούν. Όχι μόνο αυτό, αλλά αυτή η συνεχής γκρίνια, επεκτεινόταν και στην υπόλοιπη ομάδα με αποτέλεσμα η φυλή να έχει πολλούς αγιάτρευτους κυνηγούς, και λίγους ικανούς. Με όλα τα άσχημα συνεπακόλουθα. Με έναν πολύ απλό τρόπο έλυσαν το πρόβλημα.
Όποιος ήθελε να επικοινωνήσει για τα τραύματα του, σωματικά ή ψυχικά, γινόταν ΜΟΝΟ ΔΗΜΟΣΙΑ. Η φυλή μαζευόταν και τον άκουγε με προσοχή και κατανόηση, τον συμβούλευαν τι να κάνει ή τι να μην κάνει, για να περάσει ο πόνος και να γιατρευτούν τα τραύματα. Αυτό μπορούσε να το κάνει κάποιος ΜΟΝΟ τρεις φορές. Αν επέμενε να συνεχίζει πέρα από τις τρεις επιτρεπόμενες φορές, η φυλή του γύριζε την πλάτη και δεν επιτρεπόταν σε κανέναν να τον ακούει. Το πολύ απλό σαν σκέψη, αλλά και δύσκολο σαν εφαρμογή, σχέδιο τους ήταν να μπει ο τραυματίας σε κατάσταση ίασης εδώ και τώρα. Κατάφεραν επίσης να ξεχωρίσουν την αναγκαία ανθρώπινη επικοινωνία, από την δόλια δράση της γκρίνιας.
Φέρε τώρα όλο αυτό στο σήμερα και δες πόσοι έχουν συνηθίσει να είναι τραυματίες και να ζουν άρρωστοι από δική τους επιλογή αλλά και από δική σου ευθύνη επειδή κάθεσαι και ακούς την γκρίνια τους. Ξανά και Ξανά και Ξανά και Ξανά…. Πάνω από τρεις φορές.
Κοίτα γύρω σου, πόσοι από τους γνωστούς που συναντάς καθημερινά, επιμένουν να γκρινιάζουν, να λένε και ξανά λένε τα ίδια και τα ίδια και τα ίδια χιλιάδες φορές. Έχουν φύγει πολύ πάνω από τις τρεις επιτρεπόμενες φορές. Ενισχύουν με τα λόγια τους τα τραύματα τους και μάλιστα με την δική σου ανοχή.
Τι θα συμβεί αν ξαφνικά σταματήσεις να γίνεσαι συνυπεύθυνος για την δική τους συνέχιση της γκρίνιας; Α ΧΑ κάνε το και δες. Στην καλύτερη περίπτωση θα γίνεις εχθρός τους. Κάποιος που δεν νοιάζεται γι αυτούς τώρα που είναι αδύναμοι. Το ότι είναι αδύναμοι μόνιμα γιατί…
Είναι 2 χρόνια άνεργος
Την άφησε ο Κώστας πέντε χρόνια πριν
Δεν τον αγαπούσε η μαμά του, εδώ και 30 χρόνια
Έχασε τον τέλειο σύζυγο στα νιάτα της, και πήρε εσένα τον …. Πριν από 40 χρόνια.
Το αφεντικό την χαστούκισε πριν 10 χρόνια. Τον, Την έδιωξαν, χτύπησαν, πλήγωσαν, πόνεσαν, έβρισαν, τόσο παλιά που ούτε και ο ίδιος δεν θυμάται πια να σου πει. Αν του πεις, πως ΜΟΝΟΣ του αυτά τα συντηρεί, με το να τα επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία που του δίνεται, δηλ. συνέχεια. Θα σε κοιτάξει με το βλέμμα της τρελής κάμπιας και θα σου πει πως Δεν είσαι φίλος.
Αν του πεις πως αν σταματήσει την γκρίνια και τα χάπια θα μπορέσει ίσως να απολαύσει εκείνη την βόλτα στο πάρκο, θα σου πει πως είναι αδύνατον να κόψει τα χάπια γιατί πονάει και η ψυχολόγος, του είπε, να μιλάει για το πρόβλημα του σε έναν καλό του φίλο, για να μην νοιώθει πόνο. Γι αυτό και βγήκατε αυτή την βόλτα, για να σου πει (χιλιοστή φορά) πόσο άσχημα είναι τα πράγματα με την κρίση, που δεν τον παίρνουν σε καμιά δουλειά, δυο χρόνια τώρα.
Θα ξεχάσει να αναφέρει πως από τις τελευταίες δουλειές, που έκανες την ανοησία να τον συστήσεις, τον έδιωξαν κακήν κακώς λόγο ανικανότητας, και κακοτροπίας, εεε και πώς να το κάνουμε τα νέα διαδίδονται στην αγορά. Τι να κάνεις;
Άφησε τον ΜΟΝΟ ΤΟΥ, αν συνεχίζει να γκρινιάζει για χρόνια προβλήματα, είτε είναι αληθινά είτε στην φαντασία του.
Αν έστω και λίγο νοιάζεσαι για τον φίλο σου, άφησε τον ΜΟΝΟ του, μαζί με την ψυχολόγο του ίσως, αλλά όχι μαζί με σένα. Πες του πως αυτό που έχει σημασία είναι το τι κάνουμε ΤΩΡΑ, στον Παρόντα χρόνο και όχι το τι κάναμε ή μας έκαναν πριν ή στο τι θα μας κάνουν μετά.
Πες του πως τον νοιάζεσαι, δώσε του στοργή, αλλά σταμάτα να συντηρείς τα τραύματα του. Οι ινδιάνοι θα σου έλεγαν πως είσαι κι ΕΣΥ υπεύθυνος, που δεν βρίσκει δουλειά τόσα χρόνια. Όταν τα πεις αυτά, θα επιστρέψει, αυτόματα, το βλέμμα της τρελής κάμπιας, αλλά άφησε την μόνη της και ίσως τότε η κάμπια μεταμορφωθεί σε πεταλούδα. 

ΦΙΛΟΙ ΑΔΕΣΠΟΤΩΝ ΝΕΑΣ ΚΙΟΥ : Ζητάμε την βοήθειά όλων σας...


Έχουμε ένα μεγάλο πρόβλημα και ζητάμε την βοήθεια όλων όσων μπορούν και θέλουν να μας την προσφέρουν...

Καταρχήν να σας πούμε ότι τα έξοδα της Αρχοντούλας μας που χειρουργήθηκε πρόσφατα, είναι περίπου 300 ευρώ που βεβαίως αδυνατούμε να τα συγκεντρώσουμε μόνοι μας, εφόσον δυστυχώς είμαστε σχεδόν όλοι (όσοι ασχολούμαστε με τα αδέσποτα) άνεργοι... Με την δική σας βοήθεια έχουμε ήδη μαζέψει λίγα χρήματα, αλλά δεν αρκούν και ζητάμε για άλλη μια φορά τη συνδρομή σας... 

(Η Αρχοντούλα είναι ένα από τα σκυλάκια της Πλατείας μας που στη σύντομη ζωή της - 9 μήνες περίπου - έχει πάθει πάρα πολλά. Θα μπορούσαμε να την είχαμε αφήσει στη μοίρα της. Δεν το κάναμε όμως, γιατί είναι ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ μας να φροντίζουμε κάθε πλάσμα που έχει την ανάγκη μας, όπως και όσο μπορούμε... Η Αρχοντούλα πέρασε δύσκολες στιγμές αλλά πλέον είναι καλά και ψάχνει το δικό της σπιτάκι).


Ξέρουμε πως οι εποχές είναι δύσκολες αλλά δεν ζητάμε από κανέναν κάτι που δεν μπορεί να δώσει...

Δεν έχουμε καμία βοήθεια από τον Δήμο Άργους - Μυκηνών κι ο Φιλοζωικός Σύλλογος του Άργους διαθέτει για το συγκεκριμένο περιστατικό πολύ λίγα χρήματα (λιγότερα από το 1/6 του ποσού).

Ας μετρηθούμε κι ας μετρήσουμε τις δυνάμεις και τις δυνατότητές μας... Πόσοι ακόμα φίλοι μας μπορούν να προσφέρουν 1 ευρώ για να καλυφθεί η οφειλή μας στον κτηνίατρο κ. Χάρη Ντούρο;

Δυστυχώς, η Αρχοντούλα δεν είναι η μόνη σκυλίτσα που μας έχει ανάγκη...


Στην πλατεία μας, η συνομήλικη της Αρχοντούλας (μεγάλωσαν μαζί, με το γάλα της Ευρυδίκης), η παιχνιδιάρα Ζιζέλ, μπήκε νωρίς στα βάσανα και ζευγάρωσε με τον επίσης αδέσποτο Λιονταράκο... 
Η επίσης συνομήλικη τους Μάρθα (κόρη της Ευρυδίκης κι αυτή) είναι σε οίστρο... Για να μην γεμίσουμε με καινούργια αδέσποτα κουτάβια, πρέπει τα κορίτσια μας να στειρωθούν άμεσα... (Η μαμά τους, η Ευρυδίκη έχει ήδη στειρωθεί, όπως είχε στειρωθεί και η Ηρώ που δυστυχώς μας την δηλητηρίασαν πριν λίγο καιρό)...


Για να μπορέσουμε να στειρώσουμε τις μικρές πρέπει να πληρώσουμε πρώτα το χρέος μας στο γιατρό ώστε να μην γίνει μεγαλύτερο...  

Επαναλαμβάνουμε, πως το μόνο που ζητάμε από τον καθένα από σας είναι 1 ευρώ, αν φυσικά έχετε τη δυνατότητα να το προσφέρετε... 

Και να τονίσουμε (γιατί κάποιοι δεν το ξέρουν) πως τα σκυλάκια ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑ ΜΑΣ... Είναι αδέσποτα που τα ταΐζουμε και τα αποπαρασιτώνουμε και τα εμβολιάζουμε και όταν μπορούμε τα στειρώνουμε ΜΕ ΔΙΚΑ ΜΑΣ ΕΞΟΔΑ, χωρίς κρατική ή Δημοτική βοήθεια (τα αδέσποτα είναι ευθύνη του εκάστοτε Δήμου και όχι των εθελοντών φιλόζωων, αλλά...)

Υπενθυμίζουμε ότι στο ΚΕΠ Νέας Κίου υπάρχει κουμπαράς για τα αδεσποτάκια μας στον οποίο μπορείτε να ρίξετε το οποιοδήποτε μικρό ή μεγαλύτερο ποσόν μπορείτε να διαθέσετε... 



Τέλος, σας ευχαριστούμε θερμά... Και εσάς που μας έχετε ήδη βοηθήσει αλλά και εσάς που σκέφτεστε να το κάνετε...
Να είστε όλοι καλά!

ΦΙΛΟΙ ΑΔΕΣΠΟΤΩΝ ΝΕΑΣ ΚΙΟΥ

ΟΑΕΔ: Νέα προγράμματα απόκτησης εργασιακής εμπειρίας για 13.000 άνεργους νέους


Δύο νέα προγράμματα για 13.000 άνεργους νέους θα υλοποιήσει ο ΟΑΕΔ, το επόμενο διάστημα, με στόχο την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας, για τέσσερις μήνες σε εργοδότες του ιδιωτικού τομέα, ώστε να διευκολυνθεί η είσοδός τους στην αγορά εργασίας.

Συγκεκριμένα, το πρώτο πρόγραμμα αφορά 10.000 άνεργους, από 18 έως 24 ετών και το δεύτερο 3.000 άνεργους, από 25 έως 29 ετών, σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα και σε ΚΟΙΝΣΕΠ, ενώ όσες επιχειρήσεις ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν θα μπορούν να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους ηλεκτρονικά από τις 22 Αυγούστου.

Τα προγράμματα είναι τετράμηνης διάρκειας σε επιχειρήσεις με επίβλεψη, ενώ οι αποζημιώσεις θα καταβάλλονται από τον ΟΑΕΔ, για τους νέους από 18 έως 24 ετών 18 ευρώ ημερησίως, και για τους άνεργους από 25 έως 29 ετών 21 ευρώ ημερησίως, με ασφαλιστική κάλυψη για έξι ώρες απασχόλησης ημερησίως, πέντε φορές την εβδομάδα.

Με την ολοκλήρωση του τετραμήνου, οι ασκούμενοι θα μπορούν να συμμετάσχουν σε προγράμματα επιδότησης θέσεων εργασίας οκτάμηνης διάρκειας.

Προϋπόθεση ένταξης της επιχείρησης είναι να μην έχει προβεί σε μείωση του προσωπικού της λόγω καταγγελίας σύμβασης (απόλυση χωρίς αποκατάσταση) στο χρονικό διάστημα των 30 ημερολογιακών ημερών που προηγούνται της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος.


ΠΗΓΗ: newsbomb.gr

Η Γιώτα Νέγκα στην Κεντρική Πλατεία της Μεγαλόπολης


Ύστερα από ένα χειμώνα γεμάτο επιτυχίες και λίγο μετά την κυκλοφορία του νέου της δίσκου, η Γιώτα Νέγκα ταξιδεύει σε όλη την Ελλάδα με ένα πρόγραμμα γεμάτο τραγούδια που όλοι έχουμε αγαπήσει, σε επιμέλεια του συνθέτη Θέμη Καραμουρατίδη.

Σήμερα Τετάρτη 3 Αυγούστου η Γιώτα Νέγκα εμφανίζεται στην κεντρική πλατεία Μεγαλόπολης, στο πλαίσιο των καλλιτεχνικών εκδηλώσεων που διοργανώνει ο Δήμος Μεγαλόπολης.
Ώρα έναρξης: 21:00
Η είσοδος είναι ελεύθερη για το κοινό.

Μαζί της οι μουσικοί:
Άκης Μουχλιανίτης  – πιάνο
Νίκος Κατσίκης  – μπουζούκι
Κοσμάς Κοκκόλης  – μπουζούκι
Παρασκευάς Κίτσος – μπάσο
Μανώλης Τόμπρος  – ντραμς


ΠΗΓΗ: pelopolitismos.wordpress.com


ΝΟΜΟΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ : «Ας κρατήσουν οι χοροί»


Ο Δημοτικός Χορευτικός Όμιλος Μεσσήνης, σας προσκαλεί
στην ετήσια χορευτική του παράσταση, ένα σεργιάνι στη μουσικοχορευτική μας πάράδοση μέσα από το χορό και το τραγούδι.

Αμφιθέατρο Πάρκου Μεσσήνης

Σήμερα, Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016, ώρα 09.00 μ.μ.

Είσοδος ελεύθερη


ΠΗΓΗ: pelopolitismos.wordpress.com

Γιάννης Παπαϊωάννου - 44 χρόνια από το θάνατό του...


Ο Γιάννης Παπαϊωάννου, του Παναγιώτη και της Χρυσής, το γένος Βονομπάρτη, γεννήθηκε στην Κίο της Μικράς Ασίας, στις 18 Ιανουαρίου 1913.





Στην Ελλάδα ήρθε με την Μικρασιατική Καταστροφή. Στη Σαμοθράκη και στη Θράκη, και από εκεί στον Πειραιά, στο Κερατσίνι, στον Άγιο Διονύση, και τέλος στα Προσφυγικά στις Τζιτζιφιές. Τα παιδικά του χρόνια στην Κίο ήταν ξέγνοιαστα, αφού μεγάλωνε σε εύπορο περιβάλλον. Η εφηβεία του, όμως, τον βρήκε στον Πειραιά να εργάζεται -έχοντας αφήσει το σχολείο- σε διάφορες δουλειές προκειμένου ν’ αντεπεξέλθει στις νέες συνθήκες διαβίωσης. Ο πατέρας του είχε φύγει από τη ζωή όταν ήταν 8 χρόνων. Δούλεψε στις οικοδομές, αλλά και ψαράς στα καΐκια. Μεγάλωσε μες στη θάλασσα και για δάσκαλό του είχε τον Ζέππο, τον καπετάν Ανδρέα, για τον οποίο αργότερα έγραψε το περίφημο τραγούδι του. Από μικρός είχε το πάθος της μουσικής και του αθλητισμού. Στην Κίο έπαιζε φυσαρμόνικα και στον Πειραιά ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο. Έπαιζε βασικός στην ομάδα Φαληρικός, τον κατοπινό Εθνικό, όταν τραυματίστηκε και η μητέρα του τον πίεσε να σταματήσει την μπάλα. Της υποσχέθηκε να το κάνει αν του αγόραζε ένα μαντολίνο. Έτσι, αποχαιρέτησε την μπάλα και καταπιάστηκε με τα όργανα και το τραγούδι. Σύντομα το μαντολίνο πλαισιώθηκε από μια κιθάρα, και το μεράκι του για τη μουσική βρήκε διέξοδο σ’ ένα γκρουπάκι με το οποίο έκανε καντάδες στη γειτονιά κι έπαιζε χαβάγιες με «μια κιθάρα μαύρη με μια κορδέλα δεμένη στην ταστιέρα της». Ήταν γύρω στα 1934 όταν άκουσε από κάποιο αμερικάνικο δίσκο γραμμοφώνου το Μινόρε του Τεκέ, με τον Τζακ Γρηγορίου ή Χαλκιά. Ο ήχος του τον ξεσήκωσε. Πάνε τα μαντολίνα κ’ οι κιθάρες για χάρη του μπουζουκιού.



«Τρέλα! Τέτοιο πράμα, τέτοιο σόλο δεν πρόκειται να ξαναγεννήσει η φύση. Αμέσως άλλαξα γνώμη και είπα θα πάρω μπουζούκι. Το πήρα και το πήγα σπίτι. Ποιος είδε θεό και δεν φοβήθηκε! Με έπιασε η μάνα μου στο μονότερμα. Πάρ’ το, φύγε, αλήτη, εγκληματία, παλιάνθρωπε και τα λοιπά. Μπουζούκι, μου ’λεγε, έφερες εδώ πέρα, να σηκωθείς να φύγεις, και δος του τα ίδια και τα ίδια. Με έδιωξε. Έδιωξε η μάνα το παιδί για το μπουζούκι! Λες και ήταν φονικό όργανο. Κακόμοιρο όργανο, πόσα δεν τράβηξες κι εσύ μαζί με εμάς; Άσχετα αν σήμερα αυτό το όργανο το έκαναν μπαλαρίνα, όπως και τα λαϊκά τραγούδια».



Ο Πειραιάς και η Φαληριώτισσα
Είναι χαρακτηριστικές οι περιγραφές του Παπαϊωάννου στην αυτοβιογραφία του για το τι εξέφραζε το μπουζούκι εκείνα τα χρόνια, αλλά και το ποιοι το έπαιζαν. Κουτσαβάκηδες και νταήδες, αλλά και εύποροι μερακλήδες και καλοί μάγκες. Χαρακτηριστικοί τύποι του Πειραιά που λες και ξεπηδάνε από παλιό μυθιστόρημα που ηθογραφεί την κατάσταση, όπως διαμορφωνόταν στο λιμάνι και στις πόλεις, μετά το 1922, όταν το χασίσι μαλάκωνε στιγμιαία τους πόνους και τα βάσανα της φτώχειας και συνόδευε τα γούστα της εποχής στους τεκέδες και στα πρώτα στέκια του ρεμπέτικου, με τον Μάρκο και την κομπανία του να υμνούν το σινάφι τους και τις συνήθειές του. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ο Γιάννης Παπαϊωάννου μυήθηκε στο μπουζούκι, φέρνοντας, όμως, στο ρεμπέτικο και την αύρα της θάλασσας, μαζί με τη γλυκιά αίσθηση από τις παλιές καντάδες του με τα μαντολίνα και τις κιθάρες. Ο πρώτος δίσκος του, στα 1937, είχε άμεσα την επιρροή από τον οργανικό δίσκο του Χαλκιά και από τις κιθαριστικές και μαντολινίστικες καντάδες. Ήταν ο δίσκος με το οργανικό Σέρβικο Σμυρναίικο από τη μια και τη Φαληριώτισσα από την άλλη, που από το’35, χωρίς να έχει γίνει δίσκος, τραγουδιόταν στις γειτονιές του Πειραιά, για να ηχογραφηθεί με τη προτροπή του «ελαφρού» μουσικού και στιχουργού Ευάγγελου Γρυπάρη, ο οποίος πήγε τον Παπαϊωάννου στην Odeon και ως αντάλλαγμα πήρε τα μισά ποσοστά από το τραγούδι! Η Φαληριώτισσα φωνογραφήθηκε με τον Γιάννη Παπαϊωάννου και τη μουσική επιμέλεια του Σπύρου Περιστέρη, και η επιτυχία της οδήγησε την Columbia στο να την κυκλοφορήσει κι εκείνη με εκτελεστή τον Στράτο Παγιουμτζή και την επιμέλεια του Παναγιώτη Τούντα. Ακολούθησαν η Ξανθιά μοδιστρούλα, το Όταν δω τα δυο σου μάτια (Ραντεβού σαν περιμένω), το Σούχα χαρίσει την καρδιά, το Βαδίζω και παραμιλώ και η Βαγγελίτσα, που τον καθιέρωσαν σε συνθέτη πρώτης γραμμής. Για τη Φαληριώτισσα ο παλιός μπουζουξής Ηλίας Ποτοσίδης έχει αναφέρει «Θυμάμαι την ταβέρνα του μπαρμπα-Γιώργη που δίπλα ήταν χασάπικο που το είχε ο Βασίλης Βάζος, αδελφός του ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού Γιάννη Βάζου. Στο χασάπικο του Βάζου δούλευε ο κουνιάδος του Γιάννη Βάζου, ο Χρήστος. Αυτός έγραψε τα πρώτα λόγια της Φαληριώτισσας, δηλαδή το “Σουρωμένος θάρθω πάλι στην παλιά μας γειτονιά”. Θυμάμαι ότι τα λόγια αυτά τα έγραψε πάνω σ’ ένα χασαπόχαρτο, και μετά ο Γιάννης Παπαϊωάννου το συμπλήρωσε».



Η πρώτη νίκη
Μέχρι τη δικτατορία του Μεταξά, το 1936, η ελληνική δισκογραφία καταγράφει αδιάκριτα όλα τα μουσικά είδη της εποχής. Τα δυτικότροπα ελαφρά τραγούδια και τις οπερέτες, αλλά και τα δημώδη, τα μικρασιάτικα και τους αμανέδες, και τα ρεμπέτικα. Με τη μεταξική λογοκρισία, για πρώτη φορά εκτός από τη στιχομυθία των τραγουδιών μπαίνει στο στόχαστρο και η μουσική τους. Τα ημιτόνια και η ανατολική ασυγκέραστη κλίμακα. Άμεσος σκοπός η κατάργηση της μουσικής των προσφύγων με τα σαντουρόβιολα και τους αμανέδες, ή η περιθωριοποίησή τους, γεγονός που επετεύχθη. Αμφιβάλω αν κάτι ανάλογο έχει συμβεί πουθενά αλλού στον κόσμο. Πάντως, από αυτή την περίοδο και μετά το ρεμπέτικο, ή λαϊκό, τραγούδι στηρίχτηκε περισσότερο στις δυτικές αρμονίες, τα μινόρε και τα μαντζόρε. Τα καραντουζένια και τα παλιά κουρδίσματα των μπουζουκιών άλλαξαν, εν πολλοίς. «Ξαφνικά το 1936 απαγορεύονται τα λαϊκά τραγούδια. Παίρνω τότε το μπουζούκι μου και πάω στη λογοκρισία. Λέω: “Κύριοι, αφού το όργανο είναι κατηγορούμενο, πρέπει να απολογηθεί”. Έπαιξα ένα μινόρε και συγκινηθήκανε. Γρήγορα δόθηκε η άδεια να συνεχίσουμε. Ήταν η πρώτη νίκη μου». Με αυτά τα λόγια γυρνά στα πρώτα χρόνια του στο τραγούδι ο Γιάννης Παπαϊωάννου, σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του στον Τάσο Κουτσοθανάση, τον Δεκέμβριο του 1968, όταν μαζί με τον Μάρκο και τον Στράτο δούλευαν στο κέντρο Ξενύχτης στη Νέα Φιλαδέλφεια, στην τελευταία συνεργασία τους. Με τον Μάρκο και τον Στράτο είχε συνεργαστεί και στο ξεκίνημά του, στα πρώτα πάλκα στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, κι ακόμη με τον Μπαγιαντέρα, τον Χατζηχρήστο, τον Δελιά, τον Μπάτη, τον Κερομύτη, ενώ μαζί με τον Αλέκο Παναγόπουλο και τον Στεφανάκη Σπιτάμπελο είχαν το Τρίο Παπαϊωάννου. Το 1940 ήρθε ο πόλεμος και ξαναπήγε φαντάρος στην Αλβανία. Είχε υπηρετήσει τη θητεία του το 1935. Μετά ήρθε η κατοχή κι ο αγώνας για την επιβίωση. Το 1943 άνοιξε δικό του μαγαζί στο Μοσχάτο και γνωρίστηκε με την Ευδοξία Καμπούρη, με την οποία παντρεύτηκε στις αρχές του 1944 και απόκτησαν τρία παιδιά, τον Παναγιώτη, τον Αντώνη και τη Χρυσούλα. Τότε γνωρίστηκε με τον Οδυσσέα Μοσχονά. Τον βασικό ερμηνευτή των τραγουδιών του στη μεταπολεμική περίοδο. (Η προπολεμική εποχή είχε έντονο το εκφραστικό στοιχείο της φωνής του Γιάννη Παπαϊωάννου, στις εξαιρετικές διφωνίες με τον Απόστολο Χατζηχρήστο και τον Γιάννη Κωνσταντινίδη ή Μακαρόνα. Οι τρεις τους ερμηνεύσαν τα περισσότερα από τα 36 τραγούδια που ηχογράφησε από το 1937 έως το 1941.)



Οδυσσέας Μοσχονάς.
Η γνωριμία του με τον Παπαϊωάννου, η Τριάνα του Χειλά και Οι βαλίτσες
(Απόσπασμα από την αφήγησή του στον Κώστα Χατζηδουλή, όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» στις 28/6/1976).
«Μια μέρα, κατοχή ήτανε, έρχεται ο Χατζηχρήστος και μου λέει να πάμε σ’ ένα μαγαζί, στο Περοκέ από κάτω, που είχε ανοίξει ο Κατελάνος. Εκεί μέσα ήτανε πολλοί ρεμπέτες μουσικοί, Παπαϊωάννου, Χατζηχρήστος, Γενίτσαρης, Κερομύτης, εγώ, ο
Ποτοσίδης κ.ά. Εκεί γνώρισα τον Παπαϊωάννου. Συνθέτης καλός, συνάδελφος καλός, μα πάνω απ’ όλα ήταν η μεγάλη, η πολύ μεγάλη καρδιά του. Μόλις μ’ άκουσε και τραγούδαγα μου λέει “Μοσχονά, είσαι πολύ καλός τραγουδιστής, κι όταν ανοίξουνε το εργοστάσιο δίσκων θα κάνουμε καλή συνεργασία οι δυο μας, θα τραγουδάς τα τραγούδια μου”. Κι έτσι έγινε. Μετά πιάσαμε δουλειά σ’ ένα μαγαζί στις Τζιτζιφιές, που το είχε ο Τοτόμης. Ένα πρωί ξυπνήσαμε από τα πολυβόλα, χάλαγε ο κόσμος, ο Γιάννης λέει “οι Γερμανοί κυκλώσανε τον συνοικισμό και βαράνε”. Είχανε σκοτώσει και δυο-τρία παιδιά. Παίρνουμε μια κιθάρα από το σπίτι του Παπαϊωάννου και μου λέει να περάσουμε μέσα από τον Ιππόδρομο για να βγούμε απέναντι στον δρόμο. Έτσι καταφέραμε και γλυτώσαμε φτηνά, γιατί ο Ιππόδρομος ήταν γεμάτος νάρκες. Πέσαμε μέσα σε κάτι άχυρα και μετά με τα πόδια φτάσαμε μέχρι το Χασάνι. Άσχημες μέρες εκείνες της κατοχής• όπου δουλεύαμε υπήρχε πάντα ο φόβος, αλλά το κυριότερο είναι ότι δουλεύαμε όπου βρίσκαμε φαΐ. Μόλις φύγανε οι Γερμανοί και ήρθε σιγά-σιγά η απελευθέρωση ξανάρχισαν οι δουλειές, και στις Τζιτζιφιές άνοιξε το περίφημο κέντρο του Καλαματιανού. Εκεί παίζαμε με μεγάλο συγκρότημα, Παπαϊωάννου, Μάρκος, εγώ, ο Καπλάνης, ο Μπάτης, αργότερα ο Τσιτσάνης και άλλοι. Όλο το στράτευμα του ρεμπέτικου πέρασε από του Καλαματιανού το μαγαζί, που τον σκοτώσανε τότες το 1948-49. Μόλις πηγαίναμε το βράδυ για δουλειά ήτανε δύο χιλιάδες άνθρωποι εκεί να μας ακούνε και να μας χειροκροτάνε• τέτοιες δόξες κανείς δεν θα τις γνωρίσει. Μετά από λίγο ήρθε ένας φίλος του Χειλά και πρότεινε στον Παπαϊωάννου να πάμε εκεί για δουλειά… Το μαγαζί του δεν λεγότανε “Τριάνα”, αλλά “Το Παραμύθι”. Ο Παπαϊωάννου τόκανε “Τριάνα”. Και τι κόσμος δεν πέρασε απ’ εκεί… Χιλιάδες άνθρωποι από την άκρη του κόσμου έρχονταν στην “Τριάνα” να μας ακούσουνε. Υπήρχαν κι άλλα μαγαζιά, δε λέω ονόματα, εκεί τριγύρω ή αλλού, αλλά δεν δούλευαν. Το μαγαζί του Χειλά, για πολλά χρόνια, ερχόταν πρώτο στον κόσμο. […] Ένα βράδυ εκεί στην “Τριάνα”, όπως παίζαμε στο πάλκο, έκανα παράπονα εγώ για τον Χειλά επειδή δεν με ικανοποιούσε στο μεροκάματο κι έλεγα στους άλλους μουσικούς ότι θα πάρω τις βαλίτσες μου και θα γίνω λαγός. Το είπα πολλές φορές μέχρι το πρωί αυτό, το «θα πάρω τις βαλίτσες μου»... Ξαφνικά βλέπω τον Παπαϊωάννου να γράφει πίσω στο πακέτο με τα τσιγάρα κάτι. Τον ρώτησα και μου είπε ότι έγραψε τη λέξη «βαλίτσες». Έγραψε το θέμα ενός τραγουδιού, τον τίτλο, το παράγγειλε του Μάνεση κι εκείνος έγραψε τους στίχους. Το τραγούδησε ο Καζαντζίδης, ήταν το πρώτο του τραγούδι σουξέ, αυτό του άνοιξε τον δρόμο κι έγινε ο Καζαντζίδης». (Οι σημαντικότερες συνεργασίες του με στιχουργούς ήταν αυτές με τον, σπουδαιότερο λαϊκό στιχουργό της πρώτης εποχής, Χαράλαμπο Βασιλειάδη ή Τσάντα και τον, επίσης σημαντικό στιχουργό και εκδότη του περιοδικού Καινούργιο και Μοντέρνο Τραγούδι Κώστα Μάνεση, με τους οποίους έγραψε μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια του. Σποραδικά συνεργάστηκε με τον Γ. Φωτίδα, τον Αλ. Αγγελόπουλο, την Ευτ. Παπαγιαννοπούλου κ.α.)



Με τον Καζαντζίδη
Μετά του Χειλά έπαιξε στις Τζιτζιφιές με την Μπέλλου, η οποία μαζί με τον Μοσχονά και τον Στελλάκη Περπινιάδη υπήρξαν οι βασικοί εκτελεστές των μεταπολεμικών τραγουδιών του, μέχρι το 1951. Το 1952 συνεργάστηκε με τον Τσιτσάνη, αλλά και τη Ρένα Ντάλλια. Την ίδια χρονιά έφυγε στην Κωνσταντινούπολη και γυρίζοντας έπαιξε μια σεζόν στου Μαργωμένου. Το 1953 έφυγε στην Αμερική. Ήταν ο πρώτος μεγάλος μπουζουξής από την Ελλάδα που πήγε στην Αμερική. Εκείνη την εποχή της έντονης κινητικότητας του, μεταξύ άλλων, στήριξε κι έναν νέο τραγουδιστή που προηγουμένως είχε δοκιμαστεί από την εταιρεία ανεπιτυχώς. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που όταν ο Παπαϊωάννου τον πρότεινε για να ερμηνεύσει ένα από τα τραγούδια του η εταιρεία ήταν ανένδοτη. Η επιμονή του Παπαϊωάννου, όμως, ο οποίος αντέδρασε έντονα λέγοντας «αν δεν σας κάνει αυτός δεν σας κάνω κι εγώ», ήταν εκείνη που έδωσε, τελικά, στον Στέλιο Καζαντζίδη τη χρυσή δεύτερη ευκαιρία, μετά το αποτυχημένο ντεμπούτο του με το τραγούδι του Καλδάρα Για μπάνιο πάω, να δείξει τις ικανότητές του και τελικά να εδραιωθεί, με την αξία του από τη μια και τον τσαμπουκά και τα τραγούδια του μπαρμπα-Γιάννη από την άλλη. Οι βαλίτσες, Εχθές αργά το δειλινό, Εγώ θα σε γλυτώσω, Δεν σε ρωτώ ποια ήσουνα, Βγήκε ο Χάρος να ψαρέψει, κ.ά. Το 1952-’53 ο Παπαϊωάννου έδωσε 13 τραγούδια στον Καζαντζίδη, ενώ κάποια στιγμή συνεργάστηκαν και στον «Αστέρα» στην Κοκκινιά. Κι όταν γύρισε από την Αμερική, τη δεύτερη φορά, το 1958, ο Καζαντζίδης τον πήρε μαζί του στην «Τριάνα» δίνοντάς του ξεχωριστή θέση στο πρόγραμμα και γερό μεροκάματο. Παλιά χρέη που, όμως, για μια ακόμη φορά εύρισκαν τον Παπαϊωάννου να ορθώνει το ανάστημά του, αυτή τη φορά όχι στους ανθρώπους της εταιρείας αλλά στους, αποφασισμένους για μεγάλη φασαρία, μπράβους και νταήδες, σε μια εποχή που ο Καζαντζίδης ήταν στις μεγάλες του δόξες και βίωνε την τρομοκρατία των ανθρώπων της νύχτας. Τον Παπαϊωάννου τον σέβονταν, κι όλα αυτά περιγράφονται αποκαλυπτικά στην αυτοβιογραφία του.



Κάτω απ’ τους ουρανοξύστες
Η δεκαετία του 50 έχει έντονο το σινεμασκόπ, το τεχνικολόρ και το άρωμα του αμερικάνικου ονείρου, διεθνώς. Η Αμερική υπήρξε ελκυστική υπόθεση και για τους λαϊκούς καλλιτέχνες από την Ελλάδα. Ελέω ομογένειας, αφού υπήρχε εκεί οργανωμένος ελληνισμός με δική του κουλτούρα, καλλιτεχνικές και φιλολογικές ανησυχίες. Όλα, όμως, συνέτειναν στο πνεύμα διατήρησης του τρίτου δρόμου των ελληνοαμερικανικών χαρακτηριστικών. Ο Παπαϊωάννου πήγε στην Αμερική κάμποσες φορές. Πρώτη φορά το 1953, οπότε και άνοιξε τον δρόμο της φυγής στο όνειρο που έγινε εφιάλτης για τους λαϊκούς μουσικούς και, κυρίως, για το λαϊκό τραγούδι, μιας και τον ακολούθησαν σημαντικά στελέχη του όπως ο Κώστας Καπλάνης, ο Γιάννης Τατασόπουλος, ο Μανώλης Χιώτης, ο Σταύρος Τζουανάκος, ο Τάκης Μπίνης, ο Γιάννης «Σπόρος» Σταματίου, ο Δημήτρης «Μπέμπης» Στεργίου, ο Γιαννάκης Αγγέλου και πάρα πολλοί άλλοι. Δεύτερη φορά πήγε το 1956, και ακόμη γύρω στο 1960 και, τέλος, στα 1967. Στις δύο πρώτες επισκέψεις του είχε παρτενέρ τη Ρένα Ντάλλια, με την οποία έκαναν και πολλές ηχογραφήσεις, ενώ γνωρίστηκε με τον θρυλικό μπουζουξή Τζακ Γρηγορίου ή Χαλκιά και τους τραγουδιστές της ομογένειας Τζιμ Αποστόλου και Αξιώτη Κεχαγιά. Σε κάποιες από τις ηχογραφήσεις αυτές χρησιμοποίησε και μαντολίνο δίνοντας έναν κανταδόρικο, αναμνησιολογικό των νεανικών του χρόνων, τόνο. Η εμπειρία του από τον Νέο Κόσμο βρήκε την έκφρασή της και στο τραγούδι «Έζησα στην Αμέρικα σ’ ουρανοξύστες πλάι, κ’ είδα για πρώτη μου φορά την τύχη να γελάει/Δολάρια μου χάρισε κι όμως εγώ πονούσα, κάθε στιγμή σε σένανε Αθήνα τριγυρνούσα». Ή ακόμη «Είσαι μαγεμένη χώρα το φωνάζω κάθε ώρα  Hollywood, έχεις όμορφα κορίτσια όλο νάζια και καπρίτσια very good/Hollywood, Hollywood, Hollywood είσαι ωραίο, είσαι φίνο, είσαι good. Έχεις κι ένα παραπάνω, τις πενιές Παπαϊωάννου, Hollywood, κι όσοι θέλουν να γλεντήσουν τις πενιές σου θα ζητήσουν very good».



Όταν κλαίει το μπουζούκι
Οι πενιές του Παπαϊωάννου αποτελούν τη βασική αναφορά εκατοντάδων μπουζουξήδων τα τελευταία 50-60 χρόνια, μαζί με αυτές του Τσιτσάνη, του Χιώτη, του Μητσάκη και των μεγάλων δεξιοτεχνών της δεκαετίας του ’50. Τα ταξίμια, όμως, του μπαρμπα-Γιάννη είναι μοναδικά, πραγματική σπουδή για το όργανο και τον χαρακτήρα του. Μαζί με τον Τσιτσάνη έγραψαν τα καλύτερα οργανικά, κι ας υπήρχαν άλλοι μεγαλύτεροι δεξιοτέχνες. Η πενιά και τα δάχτυλά του πάνω στην ταστιέρα του οργάνου έγραψαν ιστορία, όπως έγραψαν και τα τραγούδια του, στη δισκογραφία και στη συνείδησή μας. Ως συνθέτης κατάφερε να ενώσει το ύφος της καντάδας και του θαλασσινού αλέγκρο με την αδρότητα του ρεμπέτικου, γράφοντας μνημειώδη τραγούδια. Κατά τον Μπαγιαντέρα, τον Κερομύτη και πολλούς ακόμη συνοδοιπόρους του ήταν «η ψυχή του ρεμπέτικου», και αυτό δεν περιορίζεται αυστηρά στον χαρακτήρα του και στη συμπεριφορά του αλλά διαπερνά τη μουσική του ως απόλυτη αυθεντική έκφραση των όσων τού αναγνώριζαν οι συνάδελφοί του. Εκτός από σπουδαίος λαϊκός συνθέτης και μπουζουξής, με μεγάλη δύναμη στα ταξίμια, υπήρξε και από τους εκφραστικότερους τραγουδιστές. Στη δεκαετία του 60, αν και σε περίοδο ύφεσης, τραγούδησε με μοναδικό τρόπο το Πέντε Έλληνες στον Άδη και το Βγήκε ο Χάρος να ψαρέψει, αποδεικνύοντας πως το ρεμπέτικο δεν συνάδει με τις γυαλιστερές, στρογγυλευμένες φωνές, αλλά έχει τα δικά του όπλα, δυναμική και έκφραση που διέθεταν ο Μάρκος και ο Παπαϊωάννου και λιγοστοί ακόμη της γενιάς τους που διασώθηκαν στα νεότερα χρόνια.

Άλλες εποχές
Από μια εποχή και μετά η πορεία του είχε τις διακυμάνσεις που είχε συνολικά το παλιότερο τραγούδι και οι εκπρόσωποί του. Μετά τα μέσα του ’50 η δισκογραφία παρόπλισε τους παλιούς συνθέτες, κάποιοι από τους οποίους επανήλθαν με την πρώτη αναβίωση του ’60, όταν η Columbia επανέφερε με νέες εκτελέσεις τα τραγούδια που είχαν γράψει στο γραμμόφωνο συνθέτες όπως ο Βαμβακάρης, ο Τσιτσάνης, ο Παπαϊωάννου, ο Μητσάκης, ο Μπαγιαντέρας, ο Χατζηχρήστος, ο Τζουανάκος, ο Καλδάρας, ο Χιώτης, ο Μπακάλης κ.ά. Εκείνα τα χρόνια κέρδισε την πρόσκαιρη παραμονή του στην Columbia γράφοντας καινούργια τραγούδια με τον Μπιθικώτση, τον Διονυσίου, την Πόλυ Πάνου, την Καίτη Γκρέυ, τον Αντώνη Ρεπάνη, τον Γαβαλά, και τον Καζαντζίδη με τη Μαρινέλλα. Στα πάλκα δούλεψε με τον Βασίλη Τσιτσάνη στο «Φαληρικόν», με τον Περπινιάδη και τον Διονυσίου στου «Περιβόλα» και με τραγουδίστριες πότε την Πόλυ Πάνου, πότε την Καίτη Γκρέυ, και πότε τη Ρίτα Σακελλαρίου. Η εμφάνισή του σε κάποιες ταινίες της εποχής, όπως οι Αμαρτίες γονέων, Ο μπαμπάς μου κι εγώ και Μοδιστρούλα, πιθανώς τον ώθησαν στο να γράψει το κινηματογραφικό σενάριο των εμπειριών του από τις εμφανίσεις του στην Αμερική, το οποίο, όμως, δημοσιεύτηκε στην αυτοβιογραφία του που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Κάκτος το 1982 με την επιμέλεια του ερευνητή Κώστα Χατζηδουλή. Στα μέσα της δεκαετίας του ’60 εμφανίστηκε στις Τζιτζιφιές και στο κέντρο «Χάραμα», μια σαιζόν με τον Γιώργο Λαύκα, τον Γιάννη Πουλόπουλο και τον Γιώργο Χατζηαντωνίου, και μια με τον Βασίλη Τσιτσάνη. Ήταν η εποχή που ο Τάσος Σχορέλης και ο Κώστας Χατζηδουλής παρουσίαζαν τους πρωτεργάτες του ρεμπέτικου. Το 1968 δούλεψε στον «Ξενύχτη» στη Νέα Φιλαδέλφεια με τον Μάρκο, τον Στράτο και τον Λαύκα, και την επόμενη χρονιά στη «Φαντασία», μετέπειτα «Πανόραμα», με τον Μιχάλη Μενιδιάτη και τον Τόλη Βοσκόπουλο. Οι τελευταίες εμφανίσεις του ήταν στο «Χάραμα», με τον Βασίλη Τσιτσάνη και το καλοκαίρι στο «Πανόραμα» στις Τζιτζιφιές. Το ξημέρωμα της 3ης Αυγούστου 1972, και ενώ μετά το τέλος του προγράμματος όδευε με το αυτοκίνητό του για το σπίτι του στη Σαλαμίνα, το αυτοκίνητό του ντελαπάρισε στην παραλιακή λεωφόρο Βασιλέως Γεωργίου στο Πέραμα. Η σύγκρουση ήταν μοιραία…
Κηδεύτηκε την επόμενη μέρα στο Νεκροταφείο της Καλλιθέας.







Κείμενο : Βαγγέλης Αρναουτάκης